Ἡ σπουδαιότητα τῆς μάχης Κιλκίς-Λαχανᾶ (19-21 Ἰουνίου 1913), ἡ ὁποία ἔκλεισε τὸν Β΄ Βαλκανικὸ πόλεμο, εἶναι πολὺ μεγάλη. Πρόκειται γιὰ ἕνα ἀπὸ τὰ σημαντικότερα γεγονότα τοῦ προηγούμενου αἰῶνα, καθὼς ἐπαναπροσδιόρισε τὰ Β καὶ Α ὅρια τοῦ ἑλληνικοῦ κράτους, ποῦ ἕως τότε περιορίζονταν μέχρι τὴν Θεσσαλία καὶ ἐπέτρεψε τὴν ἐνσωμάτωση στὸν ἐθνικὸ κορμό, τῶν Ἑλλήνων τῆς Μακεδονίας καὶ τῆς Θράκης, ἔπειτα ἀπὸ πέντε σχεδὸν αἰῶνες τουρκικῆς κατοχῆς. Παράλληλα, καθιέρωσε τὴν Ἑλλάδα ὡς ἕναν ἀπὸ τοὺς κυριότερους ῥυθμιστικοὺς παράγοντες τῶν βαλκανικῶν πραγμάτων καὶ ἀναίρεσε τὴν βουλγαρικὴ προπαγάνδα,
ποὺ ἦταν ἰδιαίτερα προβεβλημένη στὴν Εὐρώπη καὶ παρουσίαζε τὴν Βουλγαρία ὡς τὸ ἰσχυρότερο κράτος τῆς περιοχῆς καὶ κύριο ὑπαίτιο τῶν ἐπιτυχιῶν τοῦ βαλκανικοῦ συνασπισμοῦ (Ἑλλάς, Σερβία, Βουλγαρία) ἐναντίον τῆς Τουρκίας, κατὰ τὸν Α΄ Βαλκανικὸ πόλεμο. Τὸ παρὸν ἄρθρο ἐπιχειρεῖ νὰ παρουσιάσει τὰ σημαντικότερα σημεῖα τῆς ἱστορικῆς αὐτῆς μάχης, τῆς ὁποίας ἡ αντιπροσώπευση καὶ προβολὴ στὰ σχολικὰ ἐγχειρίδια εἶναι δυστυχῶς ἀντιστρόφως ἀνάλογη τῆς ἱστορικῆς τῆς σημασίας, ὅπως αὐτὴ σχολιάστηκε παραπάνω.
Οἱ ἡμέρες λίγο πρὶν ἀπὸ τὴν ἐν λόγῳ μάχη χαρακτηρίζονταν ἀπὸ ἕνα κλίμα ἀβεβαιότητας καὶ ἀνασφάλειας, ποῦ ὀφειλόταν κυρίως στὶς ἀπροκάλυπτα ἐχθρικὲς ἐνέργειες τῶν Βουλγάρων, τόσο ἕναντι τῶν Ἑλλήνων ὅσο καὶ ἀπέναντι στοὺς Σέρβους˙ στόχος τῶν Βουλγάρων ἦταν νὰ καταλάβουν ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα ἀπὸ τὰ διεκδικούμενα ἐδάφη, πρὶν ἀπὸ τὴν ἀναμενόμενη μεσολάβηση τῶν Μεγάλων Δυνάμεων. Συγκεκριμένα, τὸ ἀπόγευμα τῆς 16ης Ἱουνίου βουλγαρικὲς δυνάμεις ἐπιτέθηκαν ἐναντίον ἑλληνικῶν μονάδων προκαλύψεως στὶς Ἐλευθερές, στὴ Νιγρίτα, στὴ Μπέροβα καὶ στὸ Καρασούλι, ἐνῷ τὸ πρωὶ τῆς ἐπομένης ἐπιτέθηκαν αἰφνιδιαστικὰ στοὺς Σέρβους καὶ κατέλαβαν τὴ Γευγελή. Κατόπιν αὐτῶν τῶν γεγονότων, ὁ διοικητὴς τῆς 2ης μεραρχίας ἐπέδωσε τὴν 17η Ἱουνίου τελεσίγραφο πρὸς τὸ Βούλγαρο φρούραρχο τῆς Θεσσαλονίκης, μὲ τὸ ὁποῖο τοῦ ζητοῦσε νὰ ἀποχωρήσει τὴν ἴδια μέρα ἀπὸ τὴν πόλη μὲ ὁλόκληρη τὴ φρουρὰ ἀφοπλισμένη. Μετὰ τὸ πέρας τῆς διορίας καὶ ἀφοῦ δὲν ὑπῆρξε καμία ἀντίδραση ἀπὸ πλευρᾶς τῶν Βουλγάρων, μονάδες τῆς 2ης μεραρχίας ἐκτέλεσαν ἐκκαθαριστικὴ ἐπιχείρηση καὶ μέχρι τὸ πρωὶ τῆς ἐπόμενης ἡμέρας ὁλόκληρο τὸ βουλγαρικὸ ἀπόσπασμα εἶχε αἰχμαλωτισθεῖ. Τὴν ἴδια περίπου ὥρα ἔφτανε στὴν Θεσσαλονίκη ὁ ἀρχιστράτηγος Κωνσταντῖνος, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἐνημερώθηκε σχετικά, ἐξέδωσε γενικὴ διαταγὴ πρὸς ὅλες τὶς μεραρχίες καὶ τὴν ταξιαρχία ἱππικοῦ, μὲ τὴν ὁποία γνωστοποιοῦνταν ὅτι ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἐγκατέλειπε τὴν ἀμυντική του στάση καὶ θὰ ἐνεργοῦσε ἀντεπίθεση.
Ἔτσι, τὶς παραμονὲς τῆς μάχης Κιλκὶς-Λαχανᾶ ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς εἶχε παραταχθεῖ ἀπὸ τὴν Μποέμιτσα (Ἀξιούπολη) μέχρι τὸν Στρυμονικὸ κόλπο, σχηματίζοντας ἕνα τεράστιο τόξο 90 περ. χλμ. Ὡς πρωταρχικὸς στόχος εἶχε ὁρισθεῖ ἡ ἐκπόρθηση δύο ὀχυρότατων θέσεων, τοῦ Κιλκὶς καὶ τοῦ Λαχανᾶ. Εἰδικότερα, στὸ μέσο τῆς παράταξης εἶχαν τοποθετηθεῖ ἡ 2η, 4η, 5η καὶ 3η μεραρχία, ποὺ θὰ ἐνεργοῦσαν ἐπίθεση στὸν τομέα τοῦ Κιλκίς, ἐνῷ ἀνατολικότερα ἡ 6η καὶ 1η μεραρχία θὰ κινοῦνταν πρὸς τὸν τομέα τοῦ Λαχανᾶ. Ἡ 7η μεραρχία, στὸ δεξιὸ ἄκρο, θὰ προήλαυνε πρὸς τὴ Νιγρίτα, ἐνῷ ἡ 10η μεραρχία, στὸ ἀριστερὸ ἄκρο, θὰ περνοῦσε τὸν Ἀξιὸ καὶ θὰ ἐπιτίθονταν στὰ ὑψώματα τοῦ Καλλινόβου. Τέλος, ἡ ταξιαρχία ἱππικοῦ εἶχε ἀποστολὴ νὰ συνδέει τὴν ὁμάδα τοῦ κέντρου μὲ τὴν 10η μεραρχία. Ἀπὸ βουλγαρικῆς πλευρᾶς, στὴν περιοχὴ βρίσκονταν τμήματα τῆς 2ης στρατιᾶς, συγκεκριμένα 46 τάγματα πεζικοῦ, 12 πυροβολαρχίες καὶ 1 σύνταγμα ἱππικοῦ.
Τὸ πρωὶ τῆς 19ης Ἱουνίου ἄρχισε γενικὴ προέλαση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ, σύμφωνα μὲ τὶς διαταγές, ποὺ εἶχαν δοθεῖ τὴν προηγουμένη. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς πρώτης αὐτῆς ἡμέρας τῆς μάχης οἱ 4 κεντρικὲς μεραρχίες πολεμῶντας πεισματικὰ κέρδισαν βῆμα πρὸς βῆμα ὅλη τὴν περιοχὴ νοτίως τοῦ Κιλκίς καὶ ἑκατέρωθεν τῆς σιδηροδρομικῆς γραμμῆς καὶ τοῦ ποταμοῦ Γαλλικοῦ, φτάνοντας σὲ ἀπόσταση 5-6 χλμ. ἀπὸ τὴν πόλη. Εἰδικότερα, ἡ 2η μεραρχία προχώρησε, ὅπως εἶχε διαταχθεῖ, πρὸς βορρά, μέχρι τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ πρῶτο της σύνταγμα δέχθηκε πυρὰ ἀπὸ βουλγαρικὲς δυνάμεις, ποὺ κατεῖχαν τὰ ὑψώματα γύρω ἀπὸ τὸ χωριὸ Μάνδρες. Τελικά, μὲ τὴν ἐνίσχυση καὶ τοῦ 7ου συντάγματος ἐπιτέθηκε μὲ τὴ λόγχη καὶ ἀπώθησε τὸν ἐχθρὸ στὶς 3.30 τὸ ἀπόγευμα. Παράλληλα, ἡ 4η καὶ ἡ 5η μεραρχία προχώρησαν δεχόμενες τὰ ἰσχυρὰ πυρὰ τοῦ ἐχθρικοῦ πυροβολικοῦ, τὸ ὁποῖο ἦταν ταγμένο στὰ ὑψώματα ΒΔ τῆς Ξυλοκερατιᾶς. Γιὰ πολλὴ ὥρα καθηλώθηκαν στὸ ὕψος τῆς σιδηροδρομικῆς γραμμῆς, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ὑποστοῦν βαρύτατες ἀπώλειες, μέχρι νὰ καταληφθοῦν μὲ τὴ λόγχη τὰ πρῶτα βουλγαρικὰ χαρακώματα. Ἐν τῷ μεταξὺ ἡ 3η μεραρχία ἐπιτέθηκε ἐναντίον τῶν Βουλγάρων, ποῦ κατεῖχαν τὰ ὑψώματα Ἄνω Ἀποστόλων καὶ Γυναικοκάστρου καὶ τοὺς ἔτρεψε σὲ φυγή, καταλαμβάνοντας τὰ χωριὰ Πέρινθος καὶ Ξυλοκερατιά. Τέλος, ἡ 10η μεραρχία διέβη τὸν Ἀξιὸ στὸ ὕψος τῆς Ἀξιούπολης καί, μετὰ ἀπὸ σκληρὴ μάχη στὴν ἀριστερὴ ὄχθη, ἀπώθησε τὸν ἐχθρό. Τὸ τέλος τῆς πρώτης αὐτῆς ἡμέρας βρῆκε τὸν ἐχθρὸ συρρικνωμένο στὰ ὑψώματα γύρω ἀπὸ τὸ Κιλκίς.
Τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ ἑλληνικὲς μεραρχίες τοῦ κέντρου τοῦ μετώπου ἦρθαν τόσο σύντομα σὲ ἐπαφὴ μὲ τὰ ἐχθρικὰ στρατεύματα δηλώνει τὴν πρόθεση τῶν Βουλγάρων γιὰ αἰφνιδιαστικὴ ἐπίθεση ἐναντίον τῆς Θεσσαλονίκης, πρόθεση ποὺ ἐπιβεβαιώθηκε καὶ ἀπὸ πληροφορία Βούλγαρου αἰχμαλώτου.
Ἡ μάχη συνεχίστηκε σφοδρὴ καὶ τὴν ἑπομένη, 20 Ἰουνίου. Συγκεκριμένα, ἡ 2η μεραρχία προχώρησε καὶ ἔφτασε σὲ θέση ἐξορμήσεως πρὸς τὴν πόλη τοῦ Κιλκίς, στὰ ὑψώματα νότια τῆς Ποταμιᾶς, χωρὶς νὰ συναντήσει ἰδιαίτερη ἀντίσταση. Ἡ 4η μεραρχία, ποὺ ἦταν πιὸ προωθημένη ἀπὸ τὶς ἄλλες, ξεκίνησε στὶς 9.30 τὸ πρωὶ καὶ μέχρι τὸ μεσημέρι εἶχε καταλάβει τὰ ὑψώματα ἀνατολικὰ τοῦ Σαρηγκιὸλ (Κρηστώνη), ἀλλὰ κατὰ τὶς 5.00 τὸ ἀπόγευμα ἀκινητοποιήθηκε μπροστὰ ἀπὸ τὸ Κιλκὶς σὲ ἀπόσταση 800-1000μ. ἀπὸ τὰ πρῶτα ἐχθρικὰ χαρακώματα. Ἀνατολικότερα, ἡ 5η μεραρχία προήλασε πρὸς τὸ σιδηροδρομικὸ σταθμὸ τοῦ
Σαρηγκιόλ, ὅπου ὅμως κατὰ τὶς 3.00 τὸ ἀπόγευμα καθηλώθηκε ἀπὸ τὰ ἐχθρικὰ πυρά, παρὰ τὴν κάλυψη τοῦ ἑλληνικοῦ πυροβολικοῦ. Τέλος, ἔφτασε, καταδιώκοντας μεμονωμένα βουλγαρικὰ τμήματα στὰ ὑψώματα Ἀρμουτζῆ, ὅπου καὶ διανυκτέρευσε.
Ὅπως ἀποδείχθηκε καὶ ἐκ τῶν ὑστέρων, οἱ Βούλγαροι εἶχαν ὀχυρώσει τὴν κύρια ἀμυντική τους γραμμὴ μπροστὰ ἀπὸ τὸ Κιλκὶς μὲ ἕνα πραγματικὸ δάσος ὀρυγμάτων, ἐνισχυμένων ἀπὸ πολυβολεῖα, ποὺ στὸ κεντρικὸ τμῆμα ἔφταναν σὲ βάθος μέχρι καὶ 6 χλμ. Ἔτσι, προκειμένου νὰ ἐπιτευχθεῖ ἡ κατάληψη τῆς γραμμῆς αὐτῆς μὲ ὅσο τὸ δυνατὸν λιγότερες ἀπώλειες, ἀποφασίστηκε νὰ ἐκτελέσει ἡ 2η μεραρχία πλευρικὸ νυχτερινὸ αἰφνιδιασμό. Σύμφωνα μὲ αὐτὸ τὸ σχέδιο, τὸ 1ο καὶ 7ο σύνταγμα τῆς 2ης μεραρχίας πέρασαν τὸ Γαλλικὸ ποταμὸ καὶ στὶς 3.30 πλησίαζαν τὰ ἐχθρικὰ χαρακώματα. Οἱ κινήσεις τοὺς ἔγιναν ἀντιληπτὲς ἀπὸ τοὺς Βουλγάρους, ποὺ νόμισαν ὅτι πρόκειται γιὰ γενικὴ νυχτερινὴ ἐπίθεση. Ἀκολούθησε ἀνταλλαγὴ πυρῶν τοῦ πυροβολικοῦ γιὰ μία ὥρα περίπου. Στὸ μεταξύ, στὶς 4.10 περίπου τὰ δύο συντάγματα κατέλαβαν τὴν πρώτη ἐχθρικὴ γραμμή, στὶς 5.00 τὴ δεύτερη καὶ ἔπειτα ἀπὸ σκληρή, σῶμα μὲ σῶμα, μάχη κατέλαβαν, κατὰ τὶς 10.00 τὸ πρωὶ τὴν τρίτη καὶ πιὸ ὀχυρὴ θέση.
Μὲ τὴν ἀνατολὴ τῆς τρίτης καὶ τελευταίας ἡμέρας τῆς μάχης, ἐπιτέθηκαν καὶ οἱ ὑπόλοιπες μεραρχίες (4η, 5η καὶ 3η) ἐναντίον τῶν ἀπέναντί τους ἐχθρῶν. Μὲ αὐτοθυσία καὶ μεγάλες ἀπώλειες προχώρησαν καταλαμβάνοντας τὰ ἐχθρικὰ χαρακώματα καὶ φτάνοντας στὶς 11.00 στὶς παρυφές τοῦ Κιλκίς. Τὴν ἴδια ὥρα περίπου οἱ Βούλγαροι ὑποχώρησαν σὲ ὅλο τὸ μῆκος τοῦ μετώπου καί, ἔπειτα ἀπὸ διαταγὴ τοῦ Κωνσταντίνου, ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἐκτέλεσε καταδίωξη. Παράλληλα, ἡ 10η μεραρχία στὸ ἀριστερὸ ἄκρο τῆς παράταξης διέθεσε ὅλες τὶς δυνάμεις της γιὰ τὴν κατάληψη τοῦ Καλλινόβου, στόχος ποὺ ἐπιτεύχθηκε τὶς πρῶτες ἀπογευματινὲς ὥρες.
Στὸ δυτικὸ θέατρο τῶν ἐπιχειρήσεων, ἡ κατάσταση ἐξελίχθηκε μὲ παρόμοιο τρόπο. Οἱ δύο μεραρχίες, 1η καὶ 6η, μετὰ ἀπὸ συνεχεῖς πορεῖες καὶ μάχες σῶμα μὲ σῶμα, κατέλαβαν τὸ χωριὸ Ὄσσα, τὴν Ἀσσηρὸ καὶ τὸ Λαχανᾶ.
Ἡ μάχη Κιλκὶς-Λαχανᾶ, παρότι ὑπῆρξε ἡ πρώτη μόλις μίας σειρᾶς μαχῶν μεταξὺ τῶν μέχρι πρότινος συμμάχων τοῦ Α΄ Βαλκανικοῦ πολέμου, λειτούργησε ὡς καταλύτης γιὰ τὴν ἐξέλιξη τῶν μετέπειτα γεγονότων. Ἡ προσφορά της ἔγκειται κυρίως στὸ ὅτι ἐπέφερε ἕνα καίριο πλῆγμα στὸ βουλγαρικὸ στρατό, τόσο σὲ ἐπίπεδο μαχητικό, ὅσο καὶ στὸν ψυχολογικὸ τομέα, καθὼς ἀπέδειξε πὼς ὁ ἐχθρὸς δὲν ἦταν ἀήττητος, γκρεμίζοντας ἔτσι τὸ προπαγανδιστικὸ κατασκεύασμα τῶν Βουλγάρων, ποὺ ἀναφέρθηκε παραπάνω. Παράλληλα, ἡ μάχη αὐτὴ ἀνέδειξε τὴ γενναιότητα καὶ τὴν αὐτοθυσία τῶν Ἑλλήνων στρατιωτῶν, ποὺ κατειλημμένοι ἀπὸ μία «ἱερὴ τρέλα» ἔπεφταν κυριολεκτικὰ πάνω στὰ ἐχθρικὰ πολυβόλα χωρὶς κανέναν ἐνδοιασμό, σπέρνοντας τὸν πανικὸ στοὺς Βούλγαρους στρατιῶτες, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐγκαταλείπουν τὶς θέσεις μάχης καὶ νὰ φεύγουν κυνηγημένοι καὶ ἀναγκάζοντας τὸν Βούλγαρο ταγματάρχη Ἡλίεφ νὰ ὁμολογήσει ὅτι: «Ὁ στρατός μας δὲν ἀντέχει πρὸ τῶν φοβερῶν ἐφόδων σας. Εἰς τὸ Κιλκὶς τὴν ὁρμήν σας τὴν ἐξηγήσαμεν κάτ’ ἀρχὰς ὡς δεῖγμα τῆς ἐσχάτης ἀπελπισίας σας. Μόνον μανιακοί, μεθυσμένοι ἢ ἀπηλπισμένοι θὰ ἔκαμναν τοιαύτας φρενήρεις ἐπιθέσεις, ἀκάλυπτοι, δεκατιζόμενοι, ἐναντίον τῶν πυροβολείων. Ἀλλ’ ἐπείσθημεν κατόπιν ὅτι οἱ θυελλώδεις ἔφοδοί σας, μὲ τὰς ὁποίας ἐπετύχατε τὴν μείωσιν τοῦ ἠθικοῦ τῶν ἀνδρῶν μας, δὲν ἦσαν ἀποτέλεσμα παραλογισμοῦ ἢ ἀπελπισίας, ἀλλ’ ἀνάγονται εἰς σύστημα ἰδιαίτερον, εἰς τὴν ἄγραφον ἐκείνην τακτικὴν τοῦ στρατοῦ σας, τὴν σύμφωνον πρὸς τὴν ἐθνικὴν ἰδιοσυγκρασίαν σας».
Λαφτσίδης Ἀλέξανδρος
Βιβλιογραφία
• Ἱστορία τοῦ Ελληνικού Ἔθνους, τομ. ΙΔ, Ἀθήνα 1977, σ. 342-344.
• Ἐχέδωρος Γ., Ἱστορία τοῦ Κιλκίς (Ἡ μεταξὺ Πάικου καὶ Κρουσίων χώρα), Κιλκίς 1996, σσ. 326-340.
0 αναγνώστες άφησαν σχόλιο:
Δημοσίευση σχολίου
Πείτε μας την γνώμη σας για την ανάρτηση αυτή .