Ιωάννης Καποδίστριας - Πρόσωπα που συνεργάστηκαν μαζί του - Το τιτάνιο έργο του (μέρος ΣΤ΄)

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2016

Σε αυτήν την θεματική ενότητα θα παρουσιάσουμε στοιχεία απο τη ζωή πολλών ανθρώπων που σχετίστηκαν με τον Ιωάννη Καποδίστρια. Θα ξεκινήσουμε απο αυτούς που συνεργάστηκαν μαζί του στο δύσκολο έργο που ανέλαβε. Η σχέση του με τους συνεργάτες του πολλές φορές ξεκινάει απο όταν ήταν ακόμη στην Κέρκυρα και πριν πάει στη Ρωσσία.

Περιηγηθείτε ανάμεσα στους συνεργάτες του πατώντας πάνω σε κάθε όνομα από τα παρακάτω :

πηγή

Ιωάννης Καποδίστριας - Η πολιτική του στην Ελλάδα - Το τιτάνιο έργο του (μέρος Ε΄)

Σάββατο 30 Ιανουαρίου 2016

Ξεκινώντας τον ιστότοπο μας σας παρουσιάσαμε την πολιτική δραστηριότητα του Ιωάννη Καποδίστρια από τα νεανικά του χρόνια έως την μετάβαση του στην Ελλάδα δημιουργώντας ένα μικρό οδοιπορικό.
Συνεχίζοντας και ολοκληρώνοντας την πολιτική δραστηριότητα του Ιωάννη Καποδίστρια ως Κυβερνήτη πλέον της Ελλάδος προχωρήσαμε σε ένα ακόμη βήμα. Καταγράψαμε όσο αυτό μας ήταν δυνατό τις επιλογές, τις πολιτικές αποφάσεις και τους σχεδιασμούς του Κυβερνήτη σε 13 τομείς. Στη προσπάθεια μας αυτή βοηθό θα βρείτε το συνοδευτικό διαδραστικό υλικό ώστε να περιηγηθείτε στους 13 τομείς πιο εύκολα. Θα ήταν πολύ βοηθητικό να διαβάσετε το κείμενο που ακολουθεί όπου με περιγραφές μαρτύρων της εποχής, αλλά και του ιδίου του Καποδίστρια, θα κατανοήσετε τις συνθήκες που επικρατούσαν στην Ελλάδα όταν ο πρώτος Κυβερνήτης ανέλαβε τα ηνία της χώρας. Έτσι θα μπορέσετε να έχετε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα στο τι επέτυχε ο Καποδίστριας σε τρεισήμισι μόλις χρόνια που κυβέρνησε τον τόπο μας.
Περιηγηθείτε σε κάθε τομέα από τις παρακάτω επιλογές για να δείτε την δραστηριότητα του Ιωάννη Καποδίστρια .
 Το χάος που επικρατούσε μας περιγράφει γλαφυρά η έκθεση του Υπουργού επί των εξωτερικών Α. Λόντου: «Εις την Ελλάδα δεν υπάρχουσιν ούτε εμπόριον, ούτε τέχναι, ούτε βιομηχανία, ούτε γεωργία. Οι χωρικοί δεν σπείρουσι πλέον, διότι δεν έχουσι πεποίθησιν ότι θέλουσι θερίσει, και αν θερίσωσι, δεν ελπίζουσι να φυλάξωσι τους καρπούς των από τον στρατιώτην. Ο έμπορος δεν είναι ασφαλής εις τάς πόλεις τρέμει δ' από τον φόβον των πειρατών, οι οποίοι έχουσιν ανοικτά τα όμματα και περιμένουσι τα πλοία εις την διάβασίν των να τα προσβάλωσιν. Η δολοφονία καλύπτει την κλοπήν με την μυστικότητα ο τεχνίτης δεν είναι βέβαιος ότι θα πληρωθή διά την εργασίαν του. Το δικαίωμα του ισχυροτέρου είναι το μόνον όπου υπάρχει πραγματικώς. Οι κοινωνικοί δεσμοί παρελύθησαν. Ο πολίτης δεν απολαύει του νόμου την υπεράσπισιν. Μόνη του λαού η ακένωτος μακροθυμία εμπόδισε τού να φθάσωσι τα πράγματα εις φρικωδεστέραν κατάστασιν».
 
Χαρακτηριστική είναι και η περιγραφή του Φρίντριχ Φον Τιρς: «Η χώρα όση είχε απελευθερωθεί ως εκείνη τη στιγμή, έμοιαζε μ' ένα σωρό ερείπια που καπνίζουν ύστερα από μια καταστρεπτική πυρκαϊά. Στη στεριά επικρατούσε το δίκαιο της αρπακτικότητας του τοπάρχη κοτζάμπαση και στη θάλασσα η πειρατεία. Ο Μοριάς ήταν ρημαδιό. Κάθε μεγαλοκαπετάνιος που κρατούσε ένα κάστρο (Μονεμβασιά ο Πετρόμπεης, Ακροκόρινθο ο Κίτσος Τζαβέλλας, Παλαμήδι οι Γρίβας και Στράτος) τυραννούσε σαν κατακτητής το γυμνό και άστεγο πληθυσμό. Παραγωγή δεν υπήρχε, ούτε χέρια να επιδοθούν στην καλλιέργεια της γης λόγω της ανασφάλειας. Ο πληθυσμός είχε καταφύγει στα βουνά και τις σπηλιές. Εικοσιπέντε χιλιάδες μαχητές περιπλανιόνταν χωρίς καμμιά μισθοτροφοδοσία ή ενίσχυση, ενώ οι μοναδικές δημόσιες πρόσοδοι (δεκάτη και τελωνειακές εισπράξεις του Αναπλιού) δεν λειτουργούσαν. Κράτος, δηλαδή, και στην πιο υποτυπώδη του έννοια δεν υπήρχε».
Ο ίδιος ο Καποδίστριας περιέγραψε την υποδοχή που του έγινε: «...Είδα πολλά εις την ζωήν μου, αλλά σαν το θέαμα όταν έφθασα εδώ εις την Αίγινα, δεν είδα τι παρόμοιο ποτέ, και άλλος να μην το ειδεί ...(Ζήτω ο Κυβερνήτης, ο σωτήρας μας,ο ελευθερωτής μας), εφώναζαν γυναίκες αναμαλλιάρες, άνδρες με λαβωματιές πολέμου, ορφανά γδυτά, κατεβασμένα από τες σπηλιές. Δεν ήταν το συναπάντημα μου φωνή χαράς, αλλά θρήνος: Η γη εβρέχετο από δάκρυα εβρέχετο η μερτιά και η δάφνη του στολισμένου δρόμου από το γιαλό εις την Εκκλησία.Ανατρίχιαζα, μου έτρεμαν τα γόνατα, η φωνή του λαού έσχιζε την καρδιά μου. Μαυροφορεμένες, γέροντες, μου εζητούσαν να αναστήσω τους αποθαμένους τους, μανάδες μου έδειχναν εις το βυζί τα παιδιά τους, και μου έλεγαν να τα ζήσω και ότι δεν τους απέμειναν παρά εκείνα και εγώ.Και με δίκαιο μου εζητούσαν όλα αυτά, διότι εγώ ήλθα και εσείς με προσκαλέσατε να οικοδομήσω, να θεμελιώσω ....».
Αλλού ανάφερε: «Από Καλαμάτας μέχρι Ναυπλίου, ούτε χωρίον υπάρχει εν, ούτε κώμη, ούτε πόλις , με στέγασμα το παραμικρόν. Εκτεταμένοι αμπελώνες αποκεχερσωμένοι, κοιλάδες πολύωροι, άλλοτε μεν σιτοπληθείς, σήμερον δε άφοροι και καταλελιμνασμέναι υπό της πλημμύρας των ποταμών, χιλιάδες οικογενειών αναζητούσιν τας εαυτών εστίας ανά μέσον των ερήμων και των συντριμμάτων..».
Η κατάσταση ήταν αποκαρδιωτική και τα οικονομικά του κράτους ανύπαρκτα, όπως ανέφερε ο Γραμματέας των Οικονομικών Π.Ν. Λιδωρίκης: «Εξοχώτατε, όχι μόνον χρήματα δεν υπάρχουσιν εν τω ταμείω, αλλ' ούτε ταμείον υπάρχει διότι δεν υπήρξε ποτέ» ούτε τα χρήματα της επισκευής της κυβερνητικής κατοικίας δεν είχαν να πληρώσουν «...Το λέγω με εντροπήν, δεν ήμην εις θέσιν να πληρώσω εις τους κτίστας και τους ξυλουργούς τα έξοδα των επισκευών, αίτινες έγιναν εις το οίκημα το οποίον κατέχει η Υψηλότης σας και παρακαλώ αυτήν να λάβη οίκτον των ανθρώπων τούτων, οίτινες απαιτούσι τα ημερομίσθια των...».
Οι ίδιοι Έλληνες είχαν καταλάβει το αδιέξοδο και ο ίδιος ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης έλεγε: «Εάν εμείς εφυτεύσαμεν το δέντρο της ελευθερίας, ως απαίδευτοι όμως είμεθα ανάξιοι και να καλλιεργήσομεν αυτό».
Τέτοια ήταν η κατάσταση ώστε ο σύγχρονος Νικόλαος Δραγούμης, ο οποίος διέτελεσε γραμματέας του Καποδίστρια, αναφέρει για τις γνώσεις και δυνατότητες των Ελλήνων όσον αφορά τα διοικητικά στο έργο του «Ιστορικαί Αναμνήσεις»:
«Εν Αθήναις, παραδείγματος χάριν, ιδρύθη διοίκησις εκ πέντε εφόρων, ... και ο πέμπτος, μέλος αντεπιστέλλον αλλά ποιά του αντεπιστέλλοντος τα καθήκοντα; Άγνωστον».
και αλλού:
«Οι πρώτοι νομοθέτες της Ελλάδος συνήλθον εις Επίδαυρον οι δέ επιζήσαντες διηγούντο ότι δάκρυα έρρεον από των οφθαλμών πάντων, και ως εν τη ημέρα της Αναστάσεως ανταπεδίδοντο ασπασμοί. Συνήλθον δε ουδέν ωρισμένον σχέδιον, ουδεμίαν καθαράν ιδέαν έχοντας περί πολιτεύματος. Ιταλός της εκ των προσφύγων Βικέντιος Γαλλήνας, ανήρ λόγιος, έσωσε τους νομοθέτες από της αμηχανίας, αυτοσχεδιάσας Σύνταγμα».
Και αλλού:
«Αλλά, ει και ως είπον, τέσσερας ως έγγιστα μήνας διήρκησεν η συνέλευσις (της Τροιζήνας), πράξις όμως αξία λόγου δύο μόνον εψήφισεν. Την αναγόρευση του Κυβερνήτου, και τον διορισμό του Στολάρχου και του Στρατάρχου».
Ο Νικόλαος Δραγούμης καταλήγει γράφοντας: «Απαιτείται εξουσία αδιαίρετος, συμπαγής, άφταρχος, εν ακαρεί αποφασίζουσα και αστραπιδών εκτέλουσα τας αποφάσεις, εξουσία δημιουργός, «γεννηθήτω φώς, και εγένετο φώς ...».
Από αυτά τα λίγα, μπορεί κανείς να φανταστεί τι ικανότητες πρέπει να διέθετε ο Ιωάννης Καποδίστριας και τι ψυχική δύναμη να είχε, ώστε σε 45 μόλις μήνες διακυβέρνησης, να καταφέρει να αναγεννήσει ένα Έθνος και να τοποθετήσει τα θεμέλια ενός νέου Κράτους παρά τις τόσες αντιξοότητες, την ανέχεια, και τον συνεχιζόμενο πόλεμο εναντίον των Τούρκων.
Για να συνειδητοποιήσει κανείς πόσο δύσκολο ήταν το εγχείρημα που είχε αναλάβει, αρκεί να σκεφτεί ότι καμμία από τις Ξένες Δυνάμεις δεν θέλησε να στείλει κάποιον Ηγεμόνα, παρ' όλο που θα ήταν αυτόνοητη η επιρροή τους. Χαρακτηριστική είναι η στιχομυθία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη με τον Αγγλο Πλοίαρχο Hamilton την οποία περιγράφει ο Κολοκοτρώνης στα απομνημονεύματα του: «Του είπα, Καπιτάν Άμιλτον, ήλθαμεν να πάρωμεν την συμβουλή σου, ως μας συμβούλευες πάντοτε δια την ελευθευρία μας ... τώρα χρειαζόμεθα έναν πολιτικόν τάχα δεν μας δίδει η Αγγλία έναν πρόεδρον, ένα Βασιλέα; Μας αποκρίθηκε, όχι, ποτέ δεν γίνεται. - Δεν μας δίδει η Φράντζα; - Ομοίως μας αποκρίθη - Η Ρουσσία; - Όχι. Η Προυσία; - Όχι. - Η Ανάπολι; - Όχι. - Η Ισπανία; - Όχι, δεν γίνεται, αφού εμελέτησα όλα τα Βασίλεια. - Σαν δεν μας δίδουν τούταις οι αυλαίς, τι θα γείνωμεν ημείς; - Μας αποκρίθηκε, ότι τηράτε να ευρήτε κανέναν Έλληνα. Ημείς άλλον Έλληνα αξιότερον δεν έχομεν, μόνον να εκλέξωμεν τον Καποδίστριαν. ... Μου αποκρίθηκε εκ καρδίας . «Πάρτε τον Καποδίστρια ή όποιον διάβολον θέλετε, διατί εχαθήκατε». Όπως παρατηρεί και ο Νικόλαος Δραγούμης στις Ιστορικαί Αναμνήσεις: «Ότε δε προέκειτο να ονομαστεί ο Καποδίστριας, ερωτηθείς διά του Άμιλτον ο εν Κωνσταντινοπώλη Κάννινγκ μη δυσαρεστηθεί η Αγγλία, έχουμεν ανάγκην μιάς Ελλάδος, εξ ου φαίνεται ότι περί της σωτηρίας ταύτης μεριμνών ο φιλέλλην Βρετανός, ηδιαφόρη περί του πολιτικού φρονήματος του Κυβερνήτου».
Καί ότι μέν εξ αρχής του αγώνος ο Καποδίστριας εθεωρείτο υπό των Ελλήνων ικανώτερος πάντων των λοιπών ίνα κυβερνήση, αναγινώσκομεν και έν τινι προς τον Δ. Υψηλάντην επιστολή του Μαυροκορδάτου.
«Άν θέλωμεν να σώσωμεν το γένος», έγραφε τo 1821, «άν είμεθα αληθείς στρατιώται, ας αφήσωμεν τα ονόματα αρχηγών, πληρεξουσίων και επιτρόπων, ας οργανίσωμεν την διοίκησιν από τους ιδίους εντοπίους των οποίων να γίνωμεν ημείς οδηγοί καθ' όσον δυνάμεθα, ας την συγκεντρώσωμεν εις ολίγων χείρας εν όσω να προσκαλέσωμεν κανέν υποκείμενον, οίος ο Πρίγκηψ Ευγένιος ή ο Κόμης Καποδίστριας ή πας τις άλλος ανώτερος ημών».
Ο Καποδίστριας όχι μόνο θυσίασε και δόξα και πλούτη για να έρθει στην Ελλάδα, αλλά ξόδεψε και όλη του την περιουσία για να βοηθήσει στην ίδρυση του Ελληνικού κράτους. Προχώρησε με τολμηρά και γενναία βήματα στη οργάνωση της Δημόσιας Διοίκησης, ανασύστησε την οικονομία, αναδόμησε τις κατεστραμμένες πόλεις, γέμισε με σχολεία την Ελληνική επικράτεια, ανασύνταξε τον στρατό, οργάνωσε την Εκκλησία, τη δικαιοσύνη, την υγεία, τη γεωργία, εμφύσησε αίσθημα ασφάλειας στον λαό, έδωσε διπλωματικές μάχες για την επέκταση της Ελληνικής επικράτειας, πολέμησε και εκδίωξε τους Τούρκους.

Ιωάννης Καποδίστριας - Το Οδοιπορικό του - Το τιτάνιο έργο του (μέρος Δ΄)

Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2016



Ο παραπάνω χάρτης μας παρουσιάζει την πορεία του Ι. Καποδίστρια από την γενέτειρά του, Κέρκυρα και σε όλη σχεδόν την Ευρώπη όπου ταξίδεψε. Ξεκινώντας από την Κέρκυρα, πατώντας επάνω σε κάθε ονομασία ακολουθήστε την πορεία του μαρτυρικού Κυβερνήτη παίρνοντας μια γεύση από την ζωή του.
Καλό ταξίδι και καλή περιήγηση.

πηγή

Ιωάννης Καποδίστριας-Τι είπαν γι αυτόν-Το τιτάνιο έργο του (μέρος Γ΄)

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2016

header-img

Ο Σπύρος Δέ Βιάζης, ο οποίος σε μελέτη του τον εξετάζει «ως ιατρόν και συγγραφέα», γράφει χαρακτηριστικά: «Οι πάσχοντες πτωχοί τον εκάλουν παρήγορον ιατρόν, ευεργέτην, πατέρα. Τοιαύτην απέκτησε φήμην, διότι ήρχισεν αμέσως να επιδαψιλεύει της πεφωτισμένης διανοίας του τους θησαυρούς εις τους πάσχοντας μετά μεγίστης αυταπαρνήσεως και ενθέρμου ζήλου. Οξυδέρκεια εις την διάγνωσιν των ασθενειών, η αρίστη συμπεριφορά και υπομονή, μετά των οποίων συμπεριφέρετο προς όλους γενικώς τους πάσχοντας, αμέσως ανύψωσαν αυτόν εις την περιωπήν του εμβριθούς επιστήμονος και του εξόχου φιλανθρώπου».
Όπως γράφουν οι σύγχρονοί του, γυναίκες και άνδρες του πνεύματος και της αριστοκρατίας «Όταν ο Έλληνας διπλωμάτης εμφανιζόταν στα σαλόνια της υψηλής αριστοκρατίας, επεσκίαζε τους πάντες. Όλων τα βλέμματα επικεντρώνονταν επάνω του, χωρίς καθόλου να το προκαλεί. Υψηλός, ωραίος, με άψογους αριστοκρατικούς τρόπους πηγαίας και πραγματικής ευγένειας, προσηνής και απόμακρος, με τη σιωπηλή μελαγχολία στα μεγάλα και εκφραστικά μάτια του, μαγνήτιζε άθελά του τους πάντες. Η μόρφωσή του απέραντη: Ποταμός γνώσεων σε θέματα ιστορικά, φιλολογικά, φιλοσοφικά, λογοτεχνικά, ποιητικά. Άκουγε με σιωπηλή προσοχή τους άλλους, χωρίς ποτέ να κάνει επίδειξη γνώσεων, και όταν ακόμα είχε διαφορετικές απόψεις. Όταν όμως επίμονα ζητούσαν τις δικές του κρίσεις και γνώμες, με θαυμαστή επιδεξιότητα, χωρίς να υποτιμά κανέναν από τους άλλους ομιλητές, κατέπλησσε όλους με τη γλαφυρότητα του λόγου του, με τον πλούτο της σοφίας του, με τα ακλόνητα επιχειρήματά του ... Και αυτοί ακόμη οι πολιτικοί αντίπαλοί του, ανίκανοι να τον αντικρούσουν, τον επαινούσαν ... Αληθινά, τί άλλο μπορούσαν να κάνουν, όταν έβλεπαν τη γενική εντύπωση της γοητευτικής παρουσίας του;»
Όταν όμως επίμονα ζητούσαν τις δικές του κρίσεις και γνώμες, με θαυμαστή επιδεξιότητα, χωρίς να υποτιμά κανέναν από τους άλλους ομιλητές, κατέπλησσε όλους με τη γλαφυρότητα του λόγου του, με τον πλούτο της σοφίας του, με τα ακλόνητα επιχειρήματά του









Ο Τύπος και άλλα δημοσιεύματα, κατά το συνέδριο της Βιέννης, έγραφαν: «Οι αυτοκράτορες χορεύουν, οι βασιλείς χορεύουν, οι πρωθυπουργοί χορεύουν, ο Μέττερνιχ χορεύει, ο Καστλερέη χορεύει, όλος ο κόσμος χορεύει. Μόνον ο Γάλλος πρίγκιπας Ταλλεϋράνδος παίζει χαρτιά. Και ο Καποδίστριας δεν χορεύει».
Η κόμησσα Λυδία Βλούδωφ γράφει: «Κατά την διάρκεια των εργασιών του Συνεδρίου της Βιέννης η προσωπικότητα του Καποδίστρια επεσκίαζε τους πάντες... Ήταν η προσωποποίηση των ποιητικών εικόνων των αγαπημένων μας συγγραφέων και σοφών, που τους θεωρούμε ως υπερφυσικά και αθάνατα όντα, απρόσιτα στις απόπειρες της ανθρώπινης κακίας ... Τα ωραία χαρακτηριστικά του, το ευγενικό του ήθος, το βαθιά μελαγχολικό του βλέμμα, των ωραίων μελανών ματιών του, όπου μέσα τους σπινθηροβολούσαν οι ιερές ιδέες, η ευφυϊα, η διορατικότητα, η γλυκύτητα, κατέθελγαν τους πάντες ... Μιά γαλήνια, καθαρή ατμόσφαιρα τον περικύκλωνε, ωσάν να φωτιζόταν από τον δύοντα ήλιο, που η αντανάκλασή του σχημάτιζε φεγγοβολή γύρω από το πρόσωπό του, με την καλλονή αρχαίου αγάλματος ...».
Μερικές αναφορές σχετικά με τον Καποδίστρια στον τύπο της εποχής είναι οι ακόλουθες:
Βρισκόταν στην πιό υψηλή εκτίμηση όλων εκείνων των πολιτικών, των οποίων η γνώμη βάρυνε ως η μόνη έγκυρη στην Ευρώπη. Και, ακόμη, πολλοί τον θεωρούσαν υπόδειγμα, πρότυπο της τελειότητος της διπλωματίας







«Ο κόμης Καποδίστριας είναι μία από τις πιό εξέχουσες και αξιοπρόσεκτες φυσιογνωμίες που συναντά κανείς στα συνέδρια, όπως και σε αυτό του Aachen. Με μαύρα μάτια, που σε εντυπωσιάζουν συγκλονιστικά, με ευχάριστο χαμόγελο γεμάτο γλυκύτητα και ευγένεια, με καλλίγραμμη μύτη, καθαρά Ελληνική, με χλωμό δέρμα προσώπου και γκρίζα μαλλιά, αρκετά υψηλός, με αριστοκρατική εμφάνιση και με γοητευτικό τόνο φωνής. Όταν ομιλεί αναγκάζει και τον πιό αδιάφορο συνομιλητή του, και τους πολιτικούς του αντιπάλους, να τον προσέξουν... Αρχίζει τον διάλογο κάνοντας υποχωρήσεις στις γνώμες του συνομιλητού του, για να επιβάλλει τελικά τις δικές του, που αφοπλίζουν και πείθουν με τη θέρμη με την οποία υποστηρίζει ό,τι πιστεύει ως δίκαιο και σωστό. Τέλος, εάν το «καλός καγαθός» αποτελεί το βαθύτερο πιστεύω του, οι ιδιότητες αυτές συνυπάρχουν στον χαρακτήρα του, όπως τις περιγράφει ο Πλάτων και όπως τις αναζητά η σύγχρονη εποχή μας» (O. Hoetzsch)
«Επί επτά χρόνια η προσωπικότητα του Καποδίστρια εδέσποζε στην ευρωπαϊκή διπλωματία με μιά αληθινή φυσική και ηθική ομορφιά ... που αγωνιζόταν να φτιάξει έναν κόσμο που θα τον αποτελούσαν άνθρωποι τόσο τέλειοι όσο και αυτός...» (F. Huiller)
«Ο Καποδίστριας ένιωθε άνετα και ελεύθερα στον διπλωματικό κόσμο των αρχών του 19ου αιώνα. Σαν να ήταν ο δικός του κόσμος. Βρισκόταν στην πιό υψηλή εκτίμηση όλων εκείνων των πολιτικών, των οποίων η γνώμη βάρυνε ως η μόνη έγκυρη στην Ευρώπη. Και, ακόμη, πολλοί τον θεωρούσαν υπόδειγμα, πρότυπο της τελειότητος της διπλωματίας» (Duc de Broglie)
«Με την όμορφη ελληνική κατατομή, που θύμιζε αρχαίους θεούς, και την εικόνα μιά γνήσιας και υψηλής νοημοσύνης και ευφυϊας, με την προσηνή απλότητα των τρόπων της συμπεριφοράς του και την έμφυτη κομψότητα της ομιλίας του σε όλες τις γλώσσες, ο Καποδίστριας περιβαλλόταν από την εκτίμηση και τις εκδηλώσεις τιμής και από αυτούς ακόμη τους πολιτικούς του αντιπάλους» (Pictet de Rochemont)
«Περιβαλλόμενος από ανθρώπους του πλούτου, των βασιλικών και αριστοκρατικών τίτλων, με υψηλές κοινωνικές θέσεις και προνόμια, ο Καποδίστριας, όντας και ο ίδιος αριστοκράτης με εκλεπτυσμένους τρόπους, αναστρεφόταν με σπάνια άνεση και χάρη τόσο τους αριστοκρατικούς κοινωνικούς κύκλους της Γενεύης και του Λονδίνου όσο και της Βιέννης και των Παρισίων και τους αυλικούς κύκλους της Πετρουπόλεως ... όπως και το τόσο επίσημο πλήθος των συνέδρων στο Aachen...» (Heinrich von Stein)
Οι Αγγλίδες αριστοκράτισσες άνοιξαν διάπλατα τα σαλόνια των μεγάρων τους για να υποδεχθούν αυτόν «τον απίθανα ωραίο άνδρα, με την αρχοντική εμφάνιση και τους άψογους αριστοκρατικούς τρόπους. Όταν εκείνος άρχιζε να ομιλεί, η σοφία και η γοητεία που ασκούσε στους άλλους προσκεκλημένους ήταν τόσο δυνατή, ώστε όλοι τηρούσαν σιγή, γοητευμένοι από την απλότητα και την ευγλωττία του και τις τεράστιες γνώσεις του. Η όλη παρουσία του αντανακλούσε την ομορφιά του θεού Απόλλωνα της ελληνικής μυθολογίας», έγραφαν οι κοσμικές στήλες των εφημερίδων.
Ο Καποδίστριας δεν είναι κακός άνθρωπος... αλλά για μένα είναι επάνω από τη λογική... Έχει ένα μυαλό παράξενο, που ως τώρα δεν έχω ξαναδεί.





Σε επιστολή προς την κόμησσα Δωροθέα Lieven, ο Metternich αναφέρει: «Η παρουσία του Κερκυραίου με εξοργίζει. Το μυαλό μου μού λέει ότι ο Καποδίστριας δεν έχει καθόλου μυαλό. Στοιχηματίζω όμως ότι το ίδιο θα λέει κι εκείνος για μένα... Στην πραγματικότητα όμως υπάρχει μόνον αυτός και τελικά επιβάλλει τις γνώμες του. Ο Ρώσος υπουργός Nesselrode είναι πολιτικά νεκρός. Μπροστά στον Καποδίστρια είναι σαν να μην υπάρχει...»
Σε άλλη επιστολή του προς την ιδία κατά τη διάρκεια του συνεδρίου στο Troppau, γράφει: «Είχε αρκετά ωραία σπίτια και άνετα για όλα τα μέλη του συνεδρίου. Οι δρόμοι της όμως ήταν γεμάτοι λάσπη, ώστε μονάχα επάνω σε σανίδες μπορούσε να περπατήσει κανείς. Αν όμως κατά τύχη συναντούσες κάποια κυρία αριστοκράτισσα και ήθελες να την χαιρετήσεις, έπρεπε να εγκαταλείψεις τις σανίδες και τότε χωνόσουν στη λάσπη ως τη μέση, εφόσον η κυρία ήταν καλά ασφαλισμένη μέσα στην άμαξά της...»
Ενώ σε άλλο σημείο της γράφει: «Οι κυρίες της αριστοκρατίας, όταν συναντούσαν τον Καποδίστρια, κατέβαιναν από τις σανίδες των δρόμων ή από τις άμαξές τους και χώνονταν στις λάσπες, καταστρέφοντας έτσι τα παπούτσια τους, τις κάλτσες και τα φορέματά τους... προς χάριν του... Τόση ήταν η γοητεία που ασκούσε στο ωραίο φύλο...».
Για το ίδιο συνέδριο της γράφει: «Εδώ - στο Troppau - φθάνουμε σιγά-σιγά σε ορισμένες αποφάσεις. Δεν είναι αυτές που θα ήθελα. Με τον Καποδίστρια, όμως, είναι δύσκολο να πραγματοποιηθεί αυτό το καλό που θα ήθελα εγώ. Αν υπολογίσω τα ποσοστά της επιρροής του καθενός από τους δύο μας στις αποφάσεις που παίρνουμε στα συνέδρια, το 85% της νίκης είναι δικό μου. Με το υπολειπόμενο όμως 15% ο Καποδίστριας κερδίζει τα πάντα... Αναγκάζει τον κόσμο να χάνει την ησυχία του... το γόητρό του... Ο Καποδίστριας δεν είναι κακός άνθρωπος... αλλά για μένα είναι επάνω από τη λογική... Έχει ένα μυαλό παράξενο, που ως τώρα δεν έχω ξαναδεί. Ζεί σε έναν κόσμο δικό του, που κάνει τις ψυχές μας καμιά φορά να βλέπουν άσχημους εφιάλτες... Και αυτός ο άνθρωπος κατέχει μιά τόσο υψηλή και υπεύθυνη θέση κοντά στον πανίσχυρο Τσάρο!...»
Αναφερόμενος στην αποτυχία του να επηρεάσει αρνητικά τον Τσάρο ως προς τον Καποδίστρια, ο Metternich έγραφε στη Lieven: «Άν μπορούσα να κάνω τον Καποδίστρια ό,τι εγώ θέλω, τότε τα πάντα θα προχωρούσαν σύντομα και ευνοϊκά... Ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος γίνεται εμπόδιο στις δικές μου αποφάσεις και προτάσεις μόνον και μόνον εξαιτίας της επιρροής του υπουργού του. Χωρίς τον Καποδίστρια, όλα θα είχαν ρυθμισθεί όπως εγώ θα ήθελα ...»
Στην Αυτοβιογραφία της η κόμησσα Lulu Thurheim, γράφει για τον Καποδίστρια: «Ο ισορροπημένος χαρακτήρας του Καποδίστρια και η σπάνια ικανότητα που διαθέτει στο να κατανοεί και τα πιό δύσκολα θέματα, του δίνουν τη δυνατότητα να ασκεί επιβολή και να επιβάλλει τις απόψεις του στα θέματα που διαπραγματεύεται... Το βλέμμα του είναι διαπεραστικό και περίσκεπτο, η ψυχή του είναι ενός φιλοσόφου, που τον απασχολούν όλα τα ανθρώπινα προβλήματα... που δεν διστάζει να διακηρύττει ότι τίποτα δεν υπάρχει στον κόσμο που να έχει μεγάλη αξία, εκτός από τον άνθρωπο. Η αρμονία των κινήσεών του συμφωνεί και εναρμονίζεται με την αρμονία που εκπέμπει όλη η προσωπικότητά του... Είναι εντελώς διαφορετικός από όλους τους ανθρώπους του πνεύματος και της διπλωματίας, που έχω ως τώρα συναντήσει... Αν ήταν δέκα χρόνια μεγαλύτερος θα ήταν ίσως ακόμη πιό αξιολάτρευτος. Με τα 40 περίπου χρόνια του, το αφάνταστα γοητευτικό του χαμόγελο και τα μοναδικά γοητευτικά του μάτια, που δεν έχω δεί ωραιότερα στον κόσμο, θα έπρεπε να μην είναι τόσο σοβαρός... Η αρχοντική και ευγενική συμπεριφορά του απέναντι σε όλες τις γυναίκες που τον αναστρέφονται και τον πλησιάζουν, κόβει την ανάσα τους... Η διακριτική όμως σοβαρότητά του δεν αφήνει περιθώρια να σκεφθείς κάτι παραπάνω...»
Ο μόνος αντίπαλος που δύσκολα ηττάται είναι ο απόλυτα έντιμος άνθρωπος, και τέτοιος είναι ο Καποδίστριας!




Ο Άγγλος υπουργός των Εξωτερικών Castlereagh έγραφε στον αδελφό του: «Υποθέτω ότι ο Καποδίστριας είναι αποφασισμένος να δαμάσει τον αντίπαλό του προτού εκείνος κινηθεί. Ο Metternich, όταν βρέθηκε με το πιστόλι στο στήθος και τις αλυσίδες στα πόδια, δήλωσε υποταγή και συγχρόνως, και αυτό είναι το πιό σημαντικό, υπέταξε τα γενικά συμφέροντα στα συμφέροντα του αντιπάλου του, του Καποδίστρια...»
Η Ρωξάνδρα Στούρτζα, περιγράφει ένα συνηθισμένο θέαμα κατά τις αυτοκρατορικές χοροεσπερίδες εκείνης της εποχής: «Ένας άλλος άνεμος φυσούσε μέσα στην απέραντη αίθουσα του χορού μόλις εμφανιζόταν ο Καποδίστριας. Όμορφος σαν αρχαίος θεός της πατρίδας μας, της Ελλάδος, άψογος και κομψός μέσα στην επίσημη διπλωματική στολή του, με το πλήθος των παρασήμων, που επάξια στόλιζαν το στήθος του από όλες τις χώρες, αξιοπρεπής, με αριστοκρατική μεγαλοπρέπεια, επεσκίαζε αμέσως όλους τους άλλους άνδρες. Όλες οι κυρίες συναγωνίζονταν μεταξύ τους ποιά θα τον πλησιάσει πρώτη. Και κυρίως σε ποιά θα έκανε την πρώτη πρόσκληση, όταν θα τελείωνε τις εθιμοτυπικές υποχρεώσεις του. Οι χορευτικές του κινήσεις ήταν αιθέριες, σαν μουσικές μελωδίες... σαν λυρικό ποίημα! Δικαιολογημένα ήταν όλες ερωτευμένες μαζί του. Εκείνος; Ευγενέστατος, όπως πάντα. Αβρός προς τις κυρίες. Ως εκεί όμως. Σοβαρός και αξιοπρεπής, δεν άφηνε ποτέ περιθώρια για άλλες σκέψεις. Και πολύ περισσότερο για άλλες ελπίδες...»
Ο Metternich γράφει για την αδημονία του να καταφέρει την οριστική πτώση του Καποδίστρια και την αλλαγή της πολιτικής του Τσάρου και τη σύμπλευσή του με τις δικές του προτάσεις, προς την Δωροθέα Lieven: «Ο πρώτος υπουργός του αυτοκράτορα συνεχίζει να μας κρατάει σε ανυπόφορη αναμονή! ... Πόσο κακό μας προξενεί με τον τρόπο που ενεργεί, πόσο ερεθίζει τα πνεύματα, πώς διαστρέφει τα γεγονότα, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά! Από τότε που δημιουργήθηκε ο κόσμος, δεν εμφανίστηκε άλλος όμοιός του τόσο επικίνδυνος! ...»
Σε άλλη του επιστολή προς την ίδια, έγραφε: «Ο αγώνας ανάμεσα στον Καποδίστρια και σε μένα μοιάζει με αγώνα ανάμεσα σε μιά θετική και μιά αρνητική δύναμη. Δύο δυνάμεις της ίδιας φύσεως θα συγχωνεύονταν. Στη δική μας όμως περίπτωση, καμιά από τις δύο δεν θα μπορέσει να θριαμβεύσει, προτού ο ένας από τους δύο αντιπάλους εκμηδενιστεί. Από πόση όμως υπομονή έχω ανάγκη για να κρατηθώ; ... Τότε μονάχα θα μπορέσω να κοιμηθώ ήσυχα, όταν ο Καποδίστριας θα έχει θανατωθεί! ... Ενόσω ζεί, θα είναι πάντοτε επικίνδυνος. Όμως, για να ειπώ την αλήθεια, αυτός είναι ένας έντιμος και πολύ χρήσιμος άνθρωπος, ενώ εγώ; ... Ο μόνος αντίπαλος που δύσκολα ηττάται είναι ο απόλυτα έντιμος άνθρωπος, και τέτοιος είναι ο Καποδίστριας
Όταν το 1822 ένας σύμβουλος του αυτοκράτορα της Αυστρίας Φραγκίσκου τον προέτρεψε να προτείνει τον Καποδίστρια ως βασιλέα της Ελλάδος, οπότε θα ηρεμούσαν τα πράγματα, ο Metternich επικρότησε με ενθουσιασμό την είδηση! Δεν θα είχε καμιά αντίρρηση να καταλάβει και βασιλικό θρόνο ο θανάσιμος εχθρός του, αρκεί να απομακρυνόταν από τον διπλωματικό στίβο, οπότε θα λυτρωνόταν από τη βασανιστική παρουσία του... «Είμαι σίγουρος - έγραφε στη Lieven - ότι ο ίδιος ο Καποδίστριας δεν έχει ιδέα για το θέμα αυτό, γιατί είναι αντίθετος με τους βασιλικούς θεσμούς και τους βασιλιάδες. Αυτός μονάχα τη δημοκρατία σκέπτεται. Προσωπικά όμως θα ευνοούσα την άνοδό του στον θρόνο, αρκεί να έφευγε από τη θέση που κατέχει σήμερα ... Θέλω να τον συντρίψω πριν με συντίψει!...»
Ο κακούργος όστις εδολοφόνησε τον Καποδίστριαν, εδολοφόνησε την πατρίδα του




Η βιογράφος της Γερμανίδας πριγκίπισσας και μεγάλης δούκισσας Άννας Φεοντόρεβνα, Alville αναφέρει ότι «στις λαμπρές και μοναδικές δεξιώσεις του Elfenau, όπου παρευρίσκονταν τα πιό γνωστά ονόματα της εποχής της, βασιλιάδες και βασίλισσες, πρίγκιπες και διπλωμάτες, γύρω από αυτά τα διάσημα ονόματα δέσποζε ένας Καποδίστριας...»
Σε άλλο σημείο αναφέρει χαρακτηρισμούς της δούκισσας για τον Έλληνα διπλωμάτη: «Στα σαλόνια μου εισέβαλε ξαφνικά ένας γεμάτος θέρμη και ζωντάνια πολιτικός: Ο πολύ διάσημος και γοητευτικός άνδρας, ο κόμης Καποδίστριας, εξαιρετικά επιδέξιος Ρώσος διπλωμάτης, υπουργός των Εξωτερικών του αυτοκράτορος Αλεξάνδρου, ο μετέπειτα Κυβερνήτης της Ελλάδος, αυτός τον οποίον η πριγκίπισσα Δωροθέα Lieven είχε εύστοχα αποκαλέσει "ο άνθρωπος - αποκάλυψη..."»
Κατά το 1828 όταν ο Καποδίστριας μόλις είχε αναλάβει τη διακυβέρνηση της Ελλάδος, ο Γκαίτε έγραφε: «Μακάρι οι άριστοι άνδρες των Ελλήνων - οι Φαναριώτες - να συσπειρωθούν γύρω από τον νέον φανόν του ευγενούς Κυβερνήτου Καποδίστρια. Είθε οι γραμματισμένοι, οι σοφοί, οι ευφυείς, με την ελεύθερη γνώμη τους, οι γενναίοι πολεμιστές με τα έργα τους ιδιαίτερα δε οι κληρικοί με καθαρά ανθρωπιστική και αποστολική διάθεση, να ασπασθούν τα σχέδια και τις πεποιθήσεις του και να συμπεριφερθούν και να αποδειχθούν ως Φαναριώτες με την υψηλότερη έννοια, σύμφωνα με τις ευχές ολοκλήρου της Χριστιανοσύνης...»
Και σε άλλο σημείο: «Ποιός, αλήθεια, επιθυμούσε στις ημέρες τις πιό άγριας αναρχίας να σκεφθεί για τα αξιόλογα πρόσωπα που αποτελούσαν τιμή για το Ελληνικό έθνος, και τα οποία, αυτά κυρίως, καταπιέζονταν, καταδιώκονταν και αποκλείονταν από κάθε ενεργό δράση; Σήμερα, όμως, που ένας λαμπρός Κυβερνήτης αγωνίζεται να εξαλείψει από έξω την πειρατεία και από το εσωτερικό της χώρας την αισχροκέρδεια, τις αρπαγές και τις καταχρήσεις, αρχίσαμε να προσβλέπουμε πάλι με θάρρος και πίστη στα πρόσωπα και στα πράγματα, περιμένοντας την τελική επικράτηση και την επιβολή των καλυτέρων ατόμων, σύμφωνα με τις ευχές και τις ελπίδες μας, για το Ελληνικό κράτος ...»
Σε στενό κύκλο προσκεκλημένων του, τον Απρίλιο του 1829, έκανε μιά θλιβερή και απαισιόδοξη πρόβλεψη:
«Θα σας φανερώσω ένα πολιτικό μυστικό, που αργά ή γρήγορα δυστυχώς θα πραγματοποιηθεί: Ο Καποδίστριας δεν θα μπορέσει να κρατηθεί για μακρό χρονικο διάστημα στην διοίκηση των ελληνικών πραγμάτων, γιατί δεν διαθέτει την απαραίτητη γι' αυτές τις καταστάσεις ιδιότητα: Δεν είναι στρατιωτικός. Δεν έχουμε κανένα παράδειγμα, κατά το οποίο άνθρωπος του γραφείου και του πνεύματος να μπορέσει να διοικήσει ένα επαναστατημένο κράτος και να υποτάξει σε νόμους στρατιωτικούς και στρατηγούς και κοτζαμπάσηδες. Με το σπαθί στο χέρι, και ως αρχηγός του στρατού, μπορείς να διατάσσεις, να νομοθετείς και να επιβάλλεις τήρηση των νόμων, οπότε ημπορείς να είσαι βέβαιος ότι θα σε υπακούσουν και θα πειθαρχήσουν. Χωρίς όμως την στρατιωτική σπάθη είναι αμφίβολη η επιτυχία ... Και ο Καποδίστριας δεν κρατάει σπαθί ... Σας το προλέγω ... Δεν είναι δυνατόν να γίνει διαφορετικά ...»
Και ο Goethe επιπλέον έγραψε : «Ο Καποδίστριας πίστευε ότι θα μπορούσε να κάνει όλους τους ανθρώπους τόσο τίμιους όσο τίμιος ήταν και ο ίδιος. Στην προσπάθειά του αυτή θα δοκίμαζε τις μεγαλύτερες απογοητεύσεις και θα συναντούσε τις πιο βαθιές αντιδράσεις»
Όπως αναφέρει και ο σύγχρονος μελετητής του Καποδίστρια H. Kissinger «Μοναδικό και άσβεστο πάθος του Καποδίστρια ήταν η απελευθέρωση της Ελλάδος, χωρίς να υπολογίζει καθόλου τις συνέπειες για τον εαυτό του».
Σας παραθέτω και ένα κείμενο του μεγάλου Ρώσου ποιητή Βασίλι Ζουκόφσκι για το πρόσωπο του Καποδίστρια.
«Η μόρφωσή του είναι ευρύτατη και πολυσχιδής. Έχει μεγάλη πείρα των ανθρώπων τους οποίους μελέτησε σ' όλες τους τις μορφές και απ' όλες τους τις πλευρές. Ξέρει καλά την εποχή του και όλες τις πραγματικές απαιτήσεις του καιρού του. Γνωρίζει όλα τα κόμματα τα οποία σήμερα κυριαρχούν και ανταγωνίζονται για την εξουσία αλλά δεν συμπαρατάσσεται με κανένα από αυτά αποκλειστικά. Η εξωτερική του εμφάνιση είναι ελκυστική και εμπνέει εμπιστοσύνη και συμπάθεια. Είναι στο άνθος της ηλικίας του, δεν έχει κλείσει τα πενήντα και η ψυχή του είναι ακόμη νεότερη απ' τα χρόνια του. Μ' αυτή την ψυχική ικμάδα όμως ξέρει να συνδέει ένα ψυχρό μυαλό, εξαιρετικά λογικό. Έχει το δώρο να εκφράζει τις σκέψεις του καθαρά και σωστά, πράγμα που δίνει ιδιαίτερη χάρη σε ό,τι πει... Τώρα έχει παραμεριστεί από τις κρατικές υποθέσεις. Αλλά έχει το σεβασμό της Ρωσίας και ολόκληρης της Ευρώπης».
Μοναδικό και άσβεστο πάθος του Καποδίστρια ήταν η απελευθέρωση της Ελλάδος, χωρίς να υπολογίζει καθόλου τις συνέπειες για τον εαυτό του





Κατά τον Σπηλιάδη Νικόλαο «Ηταν εφάμιλλος του Σωκράτους κατά την ηθικήν, του Θεμιστοκλέους κατά το φιλόπατρι, του Αριστείδου κατά την δικαιοσύνη, άλλος Κόδρος κατά την αυταπάρνησηάνθρωπος του Πλουτάρχου μ'όλας τας αρετάς... Ηλθεν εις την Ελλάδα, δια να την σώση από τον όλεθρον και υπέρ αυτής αγωνιζόμενος ν ‘αποθάνη».
Ο μεγάλος ευεργέτης της Ελλάδος Εϋνάρδος, μέσα σε μια φράση κλείνει επιγραμματικά τις επιπτώσεις για την Ελλάδα από τη δολοφονία του μεγάλου του φίλου: «Ο ενάρετος ανήρ ... όστις εθυσίασε το πάν διά την πατρίδα του, απέθανε θύμα ιδιαιτέρας εκδικήσεως ... Οι Έλληνες πάσης φατρίας θέλουν γνωρίσει αργότερα την αμέτρητον ζημίαν, την οποίαν υπέφερον, θέλουν ιδεί εντός ολίγου, ότι δεν υπάρχει άνθρωπος ικανός ν' αναπληρώση την έλλειψιν του Κόμητος Καποδίστρια, και όταν εξετάσουν όλα όσα έπραξε διά την πατρίδα του, θέλουν τον αναγνωρίσει ως τον αγαθώτερον άνθρωπον. Ο θάνατος του Κυβερνήτου είναι συμφορά διά την Ελλάδα. Είναι δυστύχημα Ευρωπαϊκόν, δεν φοβούμαι να το είπω ... Το λέγω με διπλήν θλίψιν, ο κακούργος όστις εδολοφόνησε τον Καποδίστριαν, εδολοφόνησε την πατρίδα του».

πηγή

Ιωάννης Καποδίστριας - Τα πιστεύω του - Το τιτάνιο έργο του (μέρος Β΄)

Τετάρτη 27 Ιανουαρίου 2016

(Διαβάστε το , μόνο κερδισμένοι θα βγείτε !)

header-img
Πιστεύω

Μελετώντας κανείς τη ζωή του Καποδίστρια, δηλ. τις πεποιθήσεις, τις ιδέες και τη στάση του απέναντι σε αυτοκράτορες, καγκελάριους, διπλωμάτες, προύχοντες, Φαναριώτες και τόσους άλλους, προβληματίζεται. Προβληματίζεται και διερωτάται από πού αντλούσε την ευθύτητα, την ανδρεία, τη σταθερότητα, τη σωφροσύνη αλλά και τη διορατικότητα για να υψώσει μια φωνή δίκαιη και αληθινή.
«Ας λέγουν και ας γράφουν ό,τι θέλουν. Θά έλθη όμως κάποτε καιρός, ότε οι άνθρωποι κρίνονται όχι σύμφωνα με όσα είπον ή έγραψαν περί των πράξεών των, αλλά κατ' αυτήν την μαρτυρίαν των πράξεών των. Υπ' αυτής της πίστεως, ως αξιώματος, δυναμούμενος έζησα μέσα εις τον κόσμον μέχρι τώρα, οπότε ευρίσκομαι εις την δύσιν της ζωής μου, καί υπήρξα πάντοτε ευχαριστημένος δια τούτο. Μου είναι αδύνατον πλέον να αλλάξω τώρα. Θα συνεχίσω εκπληρών πάντοτε το χρέος μου, ουδόλως φροντίζων περί του εαυτού μου, καί ας γίνη ό,τι γίνη».
 Με αυτό ακριβώς το ήθος επέλεξε να υπηρετήσει ως διπλωμάτης στη Ρωσία. Συνειδητοποίησε ότι, η μόνη ελπίδα, για να σωθεί το υπόδουλο γένος, είναι η ομόδοξη Ρωσία και όχι οι υπόλοιπες, Προτεσταντικές και Καθολικές στο θρήσκευμα, Δυνάμεις. Ως διπλωμάτης στην υπηρεσία του Τσάρου δεν απορροφήθηκε από το κοσμοπολίτικο περιβάλλον της Ρωσικής αυλής: «Είμαι ευχαριστημένος... (γράφει στον πατέρα του) Αντιστάθηκα στις πιό μεγάλες και γοητευτικές προτάσεις ... Έμεινα σταθερός στο να παραιτηθώ από λαμπρές και ανετότατες θέσεις ... προκειμένου να μείνω με όλη μου την καρδιά προσκολλημένος ... σε όσα εγώ πιστεύω ως ιερά καθήκοντα ... Μού προσφέρθηκαν περισσότερες από μιά ωραίες αποκαταστάσεις. Τις αρνήθηκα χωρίς δυσαρέσκειαν. Θα είχα γίνει Κροίσος στα πλούτη, αλλά στους αντίποδες. Θα είχα προχωρήσει κατά χίλια βήματα στην σταδιοδρομία μου, αλλά έξω από τις αρχές μου, από την ατμόσφαιρά μας. Δεν το θέλησα και ούτε θα το θελήσω ποτέ... Ελπίζω στην θεϊκή προστασία ...».
Την ψυχική ανάπαυση και ψυχαγωγία τη βρίσκει αλλού: «Επέρασα την Μεγάλη Εβδομάδα με τον Μητροπολίτην. Καί παρητήθην όλων των οχληρών διπλωματικών γευμάτων. Το αυτό έπραξα και κατά τας δύο πρώτας ημέρας του Πάσχα κατά το εκκλησιαστικόν τυπικόν των οποίων μόνον ηδυνήθην να εκπληρώσω τα θρησκευτικά μου καθήκοντα.» Ανέβηκε τα σκαλιά της διπλωματίας ζώντας πραγματικά μια ζωή ασκητική και δεν έπαυε να διακηρύττει: «Είμαι πεπεισμένος ποτέ να μην εγκαταλείψω τα συμφέροντα της πατρίδας μου. Καμιά θεώρηση των πραγμάτων, οποιαδήποτε κι αν είναι, δεν θα μπορούσε να μ' επηρεάσει να αποστασιοποιηθώ από τα καθήκοντα που μου επιβάλλει η τιμή μου. Τι χρησιμότητα έχει για μένα η υψηλή εύνοια με την οποία με τιμά ο αυτοκράτορας, εφόσον δεν θα είχα τη δυνατότητα να τη χρησιμοποιήσω για να βοηθήσω αυτούς τους ανθρώπους (δηλ. τους συμπατριώτες του), στους οποίους ανήκω ολόψυχα και αποκλειστικά». Ακόμα στον ίδιο τον Τσάρο έλεγε: «Μένω εις τον τόπον μου (το υπουργείο των Εξωτερικών της Ρωσίας) και θέλω μείνει εν όσω θέλω ελπίζει να τους είμαι ωφέλιμος (στους Έλληνες). Οποίαν ημέραν ίδω ότι τα χρέη του υπουργήματός μου είναι ασυμβίβαστα με τα χρέη τα οποία με απαιτεί η πατρίς, πιστεύσατέ με, Κύριέ μου, ότι δεν θέλω αναβάλει ουδεποσώς ν' ακολουθήσω τον δρόμον, τον οποίο πρέπει ν' ακολουθήση πάς τίμιος άνθρωπος».
Δεν δίστασε μάλιστα ν' αποκαλύψει ότι: «... δεν ηθέλησα ποτέ να είμαι υπήκοός Του, αλλά υπηρέτης Του. Είναι διότι μίαν φοράν είπον εις την Α.Μ. ότι δεν θα αντήλλασον τον τάφον μου που έχω εις την Κέρκυραν με οιανδήποτε αποκατάστασιν εν τω κόσμω».
Όταν το 1815 ο Τσάρος του ανακοίνωσε την πρόθεσή του να τον διορίσει Υπουργό των Εξωτερικών, αρχικά δεν δέχτηκε, διότι δεν θα μπορούσε να θυσιάσει τα συμφέροντα της πατρίδας του ευρισκόμενος στην υψηλή αυτή θέση. Απάντησε, λοιπόν, στον Τσάρο: «Μεγαλειότατε, εντίμως σας δηλώνω ότι οσάκις ευρεθώ προ του τραγικού διλήμματος να υποστηρίξω τα συμφέροντα της σκλαβωμένης πατρίδος μου ή τα συμφέροντα της αχανούς αυτοκρατορίας σας, δεν θα διστάσω ούτε στιγμή: Θα τεθώ με το μέρος της πατρίδος μου ... Θα ήταν εκ μέρους μου αχαριστία, θα παρέβαινα τα καθήκοντά μου προς την γήν που με γέννησε, εάν, προκειμένου να απαλλαγώ από τις πιέσεις που θα μου έκαναν, θεωρούσα τον εαυτό μου ξένον προς την Ελλάδα. Αισθάνομαι όμως τον εαυτό μου ανίκανον για μιά τέτοια θυσία! ... Θα ευρίσκομαι σε συνεχή επικοινωνία μαζί τους, θα τους βοηθώ!...» και «Είμαι Έλλην και θα μείνω Έλλην για πάντα».
Αυτή την εντιμότητα του την αναγνώρισαν μέχρι και οι εχθροί του. Ως πολιτικό αντίπαλο, μπορεί ο Μέττερνιχ να τον πολεμούσε με ασίγαστο μίσος, αλλά ως άνθρωπο τον θαύμαζε: «Ο μόνος αντίπαλος που δύσκολα ηττάται είναι ο απόλυτα έντιμος άνθρωπος. Και τέτοιος είναι ο Καποδίστριας». Πιστός στη ζωή που επέλεξε απομακρύνθηκε εκούσια από τη θέση του Υπουργού των Εξωτερικών όταν κατάλαβε ότι δεν μπορεί να ελπίζει βοήθεια από τον Τσάρο στον αγώνα των Ελλήνων. Αντιτάχθηκε σθεναρά απέναντί του αρνούμενος να εκτελέσει αποφάσεις: «Ναί, βεβαίως το βλέπω, όπως και σείς. Αλλά δεν είμαι εγώ εκείνος που θα τις εκτελέσει!». Έδωσε την παραίτησή του στον Τσάρο «πιστά αφοσιωμένος στην έντιμη μοίρα της πατρίδος του».
Η αυτοκράτειρα μητέρα του Τσάρου Νικολάου, Μαρία Θεοδώρεβνα, τον πίεζε να μην αποδεχθεί την εκλογή του ως Κυβερνήτη της Ελλάδος λέγοντας του: «Στην Ελλάδα θα διακινδυνεύσετε τη ζωή σας». Προφητικά λόγια! Ο Καποδίστριας όμως απάντησε: «Εάν δεν δεχθώ την εκλογή μου και η Ελλάς γονατίσει, τί θα πούν για μένα; Νά ένας άνθρωπος, που θα μπορούσε να τη σώσει και προτίμησε μιά λαμπρή θέση στη Ρωσία από τη σωτηρία της πατρίδας του και την άφησε να χαθεί. Αφιέρωσα τη νεότητά μου στην υπηρεσία του αείμνηστου μεγαλόψυχου γιού σας. Έτσι μπορώ σήμερα να προσφέρω στην Ελλάδα τη θυσία των γηρατειών μου!..».
Υπερασπίστηκε την απόφασή του απέναντι στον Τσάρο: «Η απόφασή μου είναι αμετάκλητη. Πάνω απ' όλα ανήκω στη χώρα μου. Δεν έχω την ψευδαίσθηση να πιστεύω ότι εγώ μονάχος μπορώ να τη σώσω. Όταν βλέπω όμως σε ποιών ανθρώπων τα χέρια βρίσκεται τώρα η τύχη της, δεν μπορώ να αποκρύψω ότι διαθέτω περισσότερα μέσα απ' αυτούς. Πιστεύετε, μεγαλειότατε, ότι θα εγκατέλειπα μιά τόσο λαμπρή θέση, μιά τόσο ένδοξη υπηρεσία και μιά τέλεια εξασφάλιση στη Ρωσία ... εάν δεν ένιωθα ότι με προστάζει η επιτακτική ανάγκη των περιστάσεων της χώρας μου και η έλλειψη των ανθρώπων... Μην πιστέψετε καθόλου, μεγαλειότατε, ότι πηγαίνω στην Ελλάδα με τη ρωσική λιβρέα στους ώμους μου. Δεν είμαι εγώ εκείνος που θα σας βοηθούσε να στήσετε εκεί τις σημαίες σαςκαι δεν είμαι εγώ εκείνος που θα σας δάνειζε το χέρι του για να επιτευχθεί ένα δεύτερο έγκλημα, σαν εκείνο του διαμελισμού της Πολωνίας!..»
Αρνήθηκε να δεχθεί την αποζημίωση που δικαιούνταν από τον Τσάρο για τις υπηρεσίες του - ισόβια σύνταξη εξήντα χιλιάδων φράγκων - με κριτήριο το συμφέρον της πατρίδας του και όχι το δικό του. Αναγνώριζε ότι το ποσό αυτό θα τον βοηθούσε ν' ανακουφίσει τους δυστυχισμένους Έλληνες, αλλά θα έδινε την ευκαιρία στους αντιπάλους του να τον κατηγορήσουν ότι εξαρτάται οικονομικά από τη Ρωσία.
Ο Καποδίστριας γνώριζε ότι «η κάθοδός του εις την Ελλάδα σημαίνει άνοδον εις τον Γολγοθάν», ήρθε όμως έχοντας την πεποίθηση ότι: «Ο Θεός είναι προστάτης μου ... και άνευ ταύτης της πίστεως ούτε εμαυτόν θα ηδυνάμην να κατανοήσω, ούτε να ελπίσω τι». Τοποθέτησε υπεράνω του εαυτού του το συμφέρον της πατρίδας: «Ευτυχείς, διότι ηδυνήθημεν να προσφέρωμεν δι' αυτό το τόσον θεάρεστον έργον τα λείψανα της μετρίας κατατάσεώς μας εις το θυσιαστήριον της πατρίδος!» Το μόνο που ζήτησε από τον Μουστοξύδη κατά τον ερχομό του στην Ελλάδα ήταν: «Ελπίζων δε να έχω και μίαν στέγην εις την Ελλάδα, ως αρχηγός της διοικήσεως, καλόν νομίζω το να περιλαμβάνη και εν μικρόν παρεκκλήσιον...».
Στην πατρίδα πλέον και ελεύθερος από κάθε δέσμευση υλοποίησε την ανασύσταση του Ελληνικού κράτους θέτοντας πρώτα - πρώτα τις βασικές αρχές. Πρώτη και κύρια αρχή ήταν να διαφυλαχθεί η πίστη και η ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας διότι: «Οι Έλληνες ... ηνωμένοι δια της εις Χριστόν και εις την Αγίαν του Εκκλησίαν σταθεράς πίστεώς των ... υποστάντες την οθωμανικήν δυναστείαν, υπό μόνην την σκέπην της Εκκλησίας των διεσώθησαν. Άμα δε τώ ανεγερθήναι εις σώμα Έθνους, οι αυτών αντιπρόσωποι ανεκήρυξαν την Ελληνικήν θρησκείαν, θρησκείαν της επικρατείας, ...» και δεύτερο να διασωθεί η ταυτότητα του Έθνους η οποία «... σύγκειται εκ των ανθρώπων, οίτινες από της Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως δεν έπαυσαν ομολογούντες την Ορθόδοξον Πίστιν και την γλώσσαν των Πατέρων αυτών λαλούντες, και διέμειναν υπό την πνευματικήν ή κοσμικήν δικαιοδοσίαν της Εκκλησίας των, όπου ποτέ της Τουρκίας και αν κατοικώσι».
Η Εκκλησία έσωσε την πατρίδα και η Εκκλησία του Χριστού θα αποτελέσει τη «σωτηρία του Έθνους, το λίκνο του μέλλοντος». Για να γίνει αυτό εφικτό, ο Καποδίστριας οργάνωσε συστηματικά και γρήγορα την παιδεία. «Αποτελεί θεία τιμή το να αναθρέψει κάποιος Ελληνόπαιδες, με τις γνώσεις της ιεράς μας θρησκείας, να τους εκπαιδεύσει στην πάτριον γλώσσα και να τους προπαρασκευάσει για ανώτερες πανεπιστημιακές σπουδές».
Με την οργάνωση της παιδείας προσπάθησε τα παιδιά να σπουδάσουν στην πατρίδα τους διότι: «Τα παιδιά μας, ούτως εκείσε κείμενα, οποίας και άν απολαμβάνουν φροντίδος παρά των φιλανθρώπων προστατών, κινδυνεύουν όμως να εκστραφούν της οικείας φύσεως, χάνοντα βαθμηδόν και την αίσθησιν των θρησκευτικών χρεών των, και την χρήσιν της γλώσσης των, και την μνήμην των εφεστίων και ιδιογενών ηθών». Και αλλού: «Χωρίς να γνωρίζουν καλά την Γερμανικήν και την Ελληνικήν, χωρίς να έχουν μίαν κάποιαν ηλικίαν εις την οποίαν ημπορεί κανείς να στερηθή την εκκλησίαν χωρίς να χάση την θρησκείαν του, δεν θα συνεβούλευα ποτέ να τοποθετηθούν εις έν Ινστιτούτον όπου ασκείται η θρησκεία των Διαμαρτυρομένων».
Πίστευε στην αξία στη εκπαίδευσης βάσει όμως αξιών και χρηστών ηθών. Εφόσον λοιπόν ο λαός θα μορφωθεί με τις αξίες του ευαγγελίου κατόπιν θα ιδρυθή η Ελλάς.
Χαρακτηριστική υπήρξε η συνομιλία με τον γραμματέα του Νικόλαο Δραγούμη, ο οποίος την εξιστορεί:
- Σύ δε τί προτιμάς, γράμματα άνευ χρηστών ηθών ή χρηστά ήθη άνευ γραμμάτων;
Και επειδή κατανεύσας τους οφθαλμούς εσιώπησα, αυτός επαναλαβών τον λόγον
 - Δεν αποκρίνεσαι; Προσέθετο. Διέστρεψε λοιπόν και σε, τόσω νέον, η ελληνική οίησις; Πολλοί λογιώτατοι Έλληνες τους οποίους εγνώρισα εις Βιένναν και αλλαχού, ενόμιζον εαυτούς σοφωτάτους διότι έμαθον ολίγα γράμματα. Αλλ' εάν, ως καυχάσθε, είσθε απόγονοι των Ελλήνων, έπρεπε και να μη λησμονήτε ότι σοφίαν εκείνοι ούτε ενόμιζον ούτε ωνόμασαν μόνην την άσκησιν του νού, αλλά και της ψυχής την καλλιέργειαν. Ο μόνον γράμματα γινώσκων, στερούμενος δε ψυχικής αγωγής, είναι και του χειρίστου κακούργου χείρων, ως μαθών να κακουργή επιτηδειότερον. Γνωρίζεις τον Σ;...
 - Μάλιστα, εξοχώτατε.
 - Αυτός, ως ακούω, είναι εκ των λογιωτέρων, αλλά και εκ των κακοηθεστέρων διότι, ότε διέτριβεν εις Παρισίους, έκλεπτε, περί δε των άλλων αυτού αρετών ουδέν λέγω.
 - Το κακόν υμών είναι ότι μόλις μάθετε μερικούς κανόνας της γραμματικής, έστω και εις την Γερμανίαν, μόλις ιδήτε μερικά βουνά της Ευρώπης και χειροτονείσθε μόνοι διορθωταί της κοινωνίας και νομοθέται της πολιτείας. Πλην, κύριε, άλλο γραμματική, άλλο κοινωνία και άλλο πολιτεία. Τόσο πολύς καπνός γεμίζει τας κεφαλάς υμών, ώστε δεν εννοείτε οποίον και οπόσον χάσμα διαχωρίζει τας δύο τελευταίας από της πρώτης. Οι παλαιοί σοφισταί εγίνωσκον πλείονα γράμματα, και όμως αυτοί ήσαν οι λυμεώνες των Αθηνών.
 Εμού δε εδιπλασιάζετο ο θαυμασμός, ου μόνον διά την χάριν και την σαφήνειαν δι' ων ηρμήνευε την διάνοια αυτού, αλλά και διά την απροσδόκητον ανακάλυψιν ότι οικείοι ήσαν αυτώ οι αρχαίοι.
 - Πιθανόν να με νομίζης και συ μετά των κατηγόρων μου φωτοσβέστην. Πλην τι θέλετε; Να συστήσω ακαδημίαν ως του Γκυλφόρδ; Αλλά πριν πατήση τις το κατώφλιον ακαδημίας πρέπει να πατήση το κατώφλιον αλληλοδιδακτικού.
Αγωνίσθηκε να πείσει τους ξένους, διότι με αυτούς πάλεψε περισσότερο παρά με τους Τούρκους, για πόσο δίκαιος ήταν ο αγώνας των Ελλήνων. Χαρακτηριστική ήταν η απάντηση που έδωσε στον Ουίλλμοτ Όρτον, υφυπουργό του Πολέμου, όταν εκείνος έθεσε το ερώτημα: «Τι θα πρέπει να εννοήσουμε σήμερα όταν μιλάμε για την Ελλάδα;». Ο Καποδίστριας τότε απάντησε: «Το Ελληνικόν Έθνος αποτελείται από ανθρώπους, οι οποίοι από την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως δεν έπαυσαν να ομολογούν την πιστότητά τους στην ορθόδοξη πίστη τους, δεν σταμάτησαν ποτέ να ομιλούν την γλώσσα των πατέρων τους, την ελληνική, και παρέμειναν ακλόνητοι υπό την πνευματική ή κοσμική δικαιοδοσία της εκκλησίας τους, σε οποιοδήοτε μέρος της τουρκοκρατουμένης πατρίδας τους και άν ευρίσκονταν».
 Και στο ερώτημα για το ποια θα έπρεπε να είναι τα γεωγραφικά σύνορα της Ελλάδος, απάντησε:
 «Τα σύνορα της Ελλάδος, εδώ και τέσσερις αιώνες, από την πτώση της βυζαντινής αυτοκρατορίας, έχουν οροθετηθεί από ακλόνητα δικαιώματα, τα οποία ούτε ο χρόνος, ούτε οι ανυπολόγιστες συμφορές από τους Τούρκους, ούτε η πολεμική κατάκτηση κατόρθωσαν ποτέ να παραγράψουν. Χαράχθηκαν δε αυτά τα σύνορα από το 1821 από το αίμα το ελληνικό, που χύθηκε στις σφαγές των Κυδωνιών, της Κύπρου, της Χίου, της Κρήτης, των Ψαρών, του Μεσολογγίου και στις πολυάριθμες ναυμαχίες και πεζομαχίες, στις οποίες δοξάσθηκε τούτο το Έθνος... Τα πραγματικά σύνορα της Ελλάδος ήταν εκείνα που περιέγραψε ο Έλληνας γεωγράφος Στράβων: Από την Πελοπόννησο ως τη Μακεδονία και την Ήπειρο, ως τους Αγίους Σαράντα, από τα νησιά του Ιονίου και του Αιγαίου πελάγους ως και τη Μικρά Ασία. Αυτά ήταν τα ιστορικά και φυσικά σύνορα της Ελλάδος, τα οποία οι Έλληνες είχαν ιερό χρέος να διεκδικήσουν. Αυτό το χρέος το ιερό και απαραβίαστο δεν επέτρεπε στην Ελλάδα να περιορίσει ή να σμικρύνει και στο ελάχιστο τα όρια της χώρας της. Αν τα ωμά συμφέροντα των ισχυροτέρων χωρών την αναγκάσουν να σιγήσει αυτό το χρέος, τότε οι Έλληνες θα έχουν δικαίωμα να αναρωτηθούν: Άραγε οι μεσίτριες Δυνάμεις φθάνουν στο σημείο να αναγκάσουν τους Έλληνες να εγκαταλείψουν τους ομογενείς αδελφούς τους στον βάρβαρο οθωμανικό ζυγό;... Οι προστάτριες Δυνάμεις, όσο και αν θέλουν να σταματήσουν τον πόλεμο, σύντομα θα καταλάβουν ότι η ειρήνευση της Ανατολής δεν θα μπορέσει ποτέ να γίνει στερεά και διαρκής, αν δεν στηρίζεται στη βάση της γεωγραφικής δικαιοσύνης, και ας μη νομίζουν ότι είναι δυνατόν να πραγματοποιηθεί μονάχα με τη δύναμη των διαπραγματεύσεων!...»
 Χαρακτηριστικά είναι όσα ανέφερε για την οριοθέτηση του Ελληνικού κράτους τον Οκτώβριο του 1828 σε υπόμνημά του προς τους αντιπροσώπους των τριών Δυνάμεων στη συνδιάσκεψη του Πόρου: «Περί δε των νήσων, εκ τε της ιστορίας και εκ των μνημείων και εκ των λοιπών πάντων μαρτυρείται ομοίως ότι και η Κύπρος και η Ρόδος και πολλαί άλλαι νήσοι, αποσπάσματα εισί της Ελλάδος».
Ο Καποδίστριας δεν αγκιστρώθηκε στην εξουσία και δεν θέλησε να κυβερνήσει για πάντα την Ελλάδα ακόμα και όταν του δόθηκε η ευκαιρία. Όταν «Οι δ' επιζώντες ενθυμούνται ότι, ότε η παρά της εν Άργει Εθνοσυνελεύσεως σταλείσα επιτροπή ίνα υποβάλη αυτώ το εξ εκατόν πεντήκοντα χιλιάδων φοινίκων ψήφισμα είπεν ότι το έθνος ην έτοιμον να ονομάση και ηγεμόνα τον Κυβερνήτην, εκείνος προέτεινεν ως άλλος Φερεκύδης την δεξιάν, υπονοών ότι ο ηγεμών έπρεπε να κατάγεται εξ αίματος βασιλικού και να μη έχη τας χείρας τραχείας ως αυτός ένεκα της πολλής εργασίας». Πίστευε ότι το συμφέρον της Ελλάδος ήταν να έχει ηγεμόνα από βασιλική γενιά ώστε οι Μεγάλες Δυνάμεις να αναγνώριζαν πιο εύκολα την ανεξαρτησία της.
Επίσης, ήταν αντίθετος στην ιδέα ότι, για να κυβερνήσει, έπρεπε να στηριχθεί στα όπλα. «....Δεν φρονώ ότι η νέα ελληνική κυβέρνησις πρέπει να έλθη εις την Ελλάδα επί κεφαλής λόχων και πυροβόλων. Τούτο είναι έξω των δυνάμεών μου, αλλά και αν ηδυνάμην, δεν θα ηρχόμην τοιουτοτρόπως».
Αυτή ήταν η ευγενική ψυχή του Καποδίστρια ο οποίος προέτασσε των πάντων το συμφέρον της πατρίδας την οποία υπηρέτησε χωρίς ουδόλως να τη ζημιώσει. Η προσωπική του ζωή ήταν πρότυπο ήθους και χριστιανικών αρχών. Έλληνες από τη Μαριανούπολη, θέλοντας να τον ευχαριστήσουν για τη βοήθειά του προς την κοινότητά τους, του έδωσαν ένα μεγάλο χρηματικό ποσό. Αρνήθηκε να το δεχθεί και για να μην τους προσβάλλει τους είπε: «... δέχομαι το δώρο σας. Αλλά με τον όρο να καταθέσετε αυτά τα χρήματα σε Τράπεζα και με τους τόκους να προσλάβετε Έλληνα διδάσκαλο για να σας διδάσκει τη μητρική σας γλώσσα. Γιατί αποτελεί εντροπή, όντας Έλληνες στην καταγωγή, στο φρόνημα και στη θρησκεία, να αγνοείτε την ευγενέστερη και πλουσιότερη γλώσσα του κόσμου, που την διδάσκονται τόσοι άλλοι αλλοεθνείς ...».
Προσωπικά για τον εαυτό του δεν δέχθηκε ούτε τα αυτονόητα. Αρνήθηκε το επιμίσθιο που του αναλογούσε ως αρχηγός κράτους και το οποίο εγκρίθηκε δύο φορές από τη Βουλή των Ελλήνων και τη Γερουσία. «Διά τον αυτόν τούτον λόγον θέλομεν αποφύγει και ήδη το να δεχθώμεν την προσδιοριζομένην ποσότητα διά τα έξοδα του αρχηγού της επικρατείας, απεχόμενοι, εν όσω τα ιδιαίτερά μας χρηματικά μέσα μας εξαρκούσιν, από του να εγγίσωμεν μέχρι και οβολού τα δημόσια χρήματα προς ιδίαν ημών χρήσιν. Οψέποτε δε βιασθώμεν εις τούτο, εξαντληθέντων διόλου των ιδιαιτέρων ημών πόρων, τότε θέλομεν καταφύγει εις το δημόσιον ταμείον, πλην μόνον δια τα έξοδα, όσα απαιτεί η εκτέλεσις των καθηκόντων μας».
Αυτός που είχε ζήσει στα παλάτια του Τσάρου, αυτός που ως Υπουργός Εξωτερικών του Τσάρου είχε επηρεάσει ουσιαστικά την εξέλιξη της Ευρώπης, ζούσε φτωχικά.
 Χαρακτηριστικό παράδειγμα της λιτής του ζωής αποτέλεσε το περιστατικό που αναφέρει η βαρώνη Charlotte de Sor και συνέβη όταν ο Καποδίστριας ήταν στη Γενεύη: «Μιά ημέρα, στη διάρκεια μιάς εγκάρδιας συνομιλίας, μου είπε με εκείνη την αξιολάτρευτη απλότητα που τον διέκρινε: "Εκπλήττεσθε γιατί έχω διαλέξει αυτά τα δύο πενιχρά δωμάτια στο σπίτι της κυρίας Lamotte ... Μα ο λόγος είναι ότι μου στοιχίζουν μονάχα 30 φράγκα το μήνα και ασφαλώς δεν ξέρετε ότι για τη συντήρηση και των δύο μας (και του υπηρέτη του) δεν πρέπει να ξεπεράσουμε το ποσόν των 6 φράγκων την ημέρα." Χονδρά δάκρυα ύγραναν τα μάτια μου και του έσφιξα το χέρι με συγκίνηση: "Είσθε αξιοθαύμαστος", του είπα βαθιά συγκλονισμένη. "Μα όχι, κυρία μου, απλώς είμαι συνεπής προς τον εαυτό μου! Αυτό είναι όλο. Όταν όλα τα διαβήματα και οι ενέργειές μου, όλες οι γραπτές μου εκκλήσεις ζητούν από τις γενναιόδωρες ψυχές ψωμί και ενδύματα για τους συμπατριώτες μου, όταν, αφού χτύπησα τις πόρτες των παλατιών των πλουσίων, χτύπησα μετά και τις πόρτες των καλυβών των φτωχών, για να συλλέξω τον οβολό του φτωχού, πρέπει να ημπορώ να τους λέω με παρρησία: Έδωσα τα πάντα πριν ζητήσω και τη δική σας βοήθεια για τους αδελφούς μου".
Και πραγματικά είχε δώσει τα πάντα. Είχε γενναιόδωρα δαπανήσει όλη την αξιόλογη περιουσία του για να υπερασπιστεί την πατρίδα του και δεν κράτησε για τον εαυτό του παρά τα απολύτως αναγκαία για την επιβίωσή του».
Δεν δίστασε να υποθηκεύσει ολόκληρη τη μεγάλη ακίνητη πατρική περιουσία του στην Κέρκυρα, να δαπανήσει όλα τα χρήματά του για να στηρίξει το νεοσυσταθέν κράτος, να ζήσει ο ίδιος με τρόπο λιτό φέρνοντας τον εαυτό του και την υγιεία του στα όρια, όπως αναφέρει και η Γενική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως: «... Ο γιατρός του είπε να βελτιώσει λίγο την τροφή του, ήταν επείγουσα ανάγκη για την υγεία του. Κι εκείνος απήντησε αποφασιστικά: Τότε μονάχα θα βελτιώσω την τροφή μου, όταν θα είμαι βέβαιος ότι δεν υπάρχει ούτε ένα Ελληνόπουλο που να πεινάει ...». Ο δε Μακρυγιάννης γράφει για να δείξει τον τρόπο ζωής του: «Ο Κυβερνήτης έτρωγε επί 4 ημέρες μία κότα».
Δυστυχώς το ήθος και το παράδειγμα του Καποδίστρια δεν μιμήθηκαν οι σύγχρονοι πολιτικοί. Ο Καποδίστριας εισήλθε στη πολιτική βαθύπλουτος έζησε «κοπιών όλον σχεδόν νυχθημερόν και ελάχιστον αναπαυόμενος» και εξήλθε δολοφονημένος και πάμπτωχος. Εν αντιθέσει σύγχρονοι πολιτικοί εισήλθαν πάμφτωχοι στη πολιτική, πολιτεύτηκαν άκοπα και άνετα και εξήλθαν πάμπλουτοι.

Ιωάννης Καποδίστριας - Βιογραφία - Το τιτάνιο έργο του (μέρος Α΄)

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016

(Διαβάστε το , μόνο κερδισμένοι θα βγείτε !)
header-img
Ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν η κορυφαία από τις διαπρεπέστερες πολιτικές και διπλωματικές μορφές της Ευρώπης, που κυριάρχησε στις αρχές του ΙΘ' αιώνα. Υπήρξε ο κύριος συντελεστής της προσπάθειας για εθνική χειραφέτηση της υπό αναγέννηση πατρίδας στις δυο πρώτες δεκαετίες του δεκάτου ενάτου αιώνα.
Γεννήθηκε στην Κέρκυρα στις 10 Φεβρουαρίου 1776 και ήταν το έκτο παιδί του Αντωνίου και της Διαμαντίνας Καποδίστρια. Προερχόταν από αριστοκρατική οικογένεια καταγεγραμμένη στο Libro d' oro της Κέρκυρας. Ο πατέρας του Αντώνιος ήταν από τους πιο αξιόλογους δικηγόρους της Κέρκυρας, με ενεργό ανάμιξη στα πολιτικά δρώμενα που διαμόρφωσαν την τοπική ιστορία.
Μέχρι την ηλικία των δώδεκα ετών έλαβε τα πρώτα του γράμματα στα σχολεία της Κέρκυρας, ενώ ταυτόχρονα είχε και σαφή ορθόδοξη παιδεία, αφού ο Ιωάννης Καποδίστριας είχε καλλιεργηθεί στην Ορθόδοξη πίστη από τον μοναχό Συμεών στην Ιερά Μονή Πλατυτέρας, όπου σύχναζε από τη νεαρή του ηλικία.
Το 1794 αναχώρησε για την Βενετία με στόχο να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο της Πάντοβας. Οι βασικές του σπουδές ήταν στον τομέα της Ιατρικής.
Η πορεία των σπουδών του νεαρού Καποδίστρια ήταν λαμπρή, αφού μετά από επιτυχείς εξετάσεις έλαβε το δίπλωμά του και το διδακτορικό του στις 10 Ιουνίου 1797. Έτσι το 1797 σε ηλικία 21 ετών ο Ιωάννης Καποδίστριας επέστρεψε στην Κέρκυρα όπου άρχισε να ασκεί το ιατρικό έργο, αποσκοπώντας στο να διακονήσει την επιστήμη του και να ανακουφίσει τόν ανθρώπινο πόνο. Εθεράπευε δωρεάν τους πένητες και μάλιστα τους έδιδε τα απαραίτητα δηλαδή, τα φάρμακα που χρειάζονταν καθώς και τα χρήματα που είχαν ανάγκη.
Εκτός από την άσκηση της Ιατρικής, ο Ιωάννης Καποδίστριας ανέπτυξε σημαντική επιστημονική και φιλολογική δραστηριότητα. Με δικές του πρωτοβουλίες ιδρύθηκαν στην Κέρκυρα η «Εταιρεία των Φίλων» καθώς και ο «Εθνικός Ιατρικός Σύλλογος» με σημαντικό έργο στους αντίστοιχους τομείς δραστηριοτήτων τους.
Το 1799 κατόπιν σύντομης πολιορκίας οι Ρωσικές δυνάμεις κατέλαβαν την Κέρκυρα. Έτσι, μετά την υπογραφή της συνθήκης της Κωνσταντινουπόλεως στις 21 Μαρτίου του 1800, τα Επτάνησα αναγνωρίστηκαν ως αυτόνομο και ελεύθερο κράτος υπό την επικυριαρχία των Τούρκων. Το νέο όνομα του κρατικού αυτού μορφώματος ήταν «Επτάνησος Πολιτεία». Την διακυβέρνηση ανέλαβαν οι κατά τόπους πρόκριτοι, ενώ το σύνταγμα ονομάστηκε «Βυζαντινόν».
Ο Ιωάννης Καποδίστριας τοποθετήθηκε από τις νέες αρχές του νησιού, στη θέση του αρχίατρου του ιδρυθέντος νέου στρατιωτικού νοσοκομείου. Η δίχρονη Γαλλική κατοχή στα νησιά του Ιονίου συνέδραμε τα μέγιστα στη διάδοση των ιδεών της γαλλικής επανάστασης και η κοινωνική αδικία που ασκούνταν κυρίως από τους αριστοκρατικούς κύκλους σε βάρος της συντριπτικής πλειοψηφίας των Επτανησίων, συνέδραμαν τα μέγιστα στην κοινωνική αναταραχή που ξέσπασε λίγο αργότερα.
Τον Αύγουστο του 1800 ξεσπάει εξέγερση στην Κεφαλληνία κατά των «ευγενών». Ο ηγεμόνας της Κέρκυρας Σπυρίδων Θεοτόκης αποστέλλει στην ταραγμένη Κεφαλονιά τον Ιωάννη Καποδίστρια μαζί με τον Νικόλαο Γραδενίγο Σιγούρο. Εκεί, με εύστοχες πρωτοβουλίες ο Ιωάννης Καποδίστριας ομαλοποίησε την κατάσταση και με την πάροδο του χρόνου αποκαταστάθηκε πλήρως η τάξη.
Η εκλεγμένη νέα Γερουσία την 1η Απριλίου του 1803, διόρισε σαν γραμματέα του νεοπαγούς κράτους τον Ιωάννη Καποδίστρια. Δηλαδή, ανέλαβε τα καθήκοντά του ως γραμματεύς Επικρατείας της Επτανησιακής Πολιτείας.
Στις 24 Νοεμβρίου 1803 πεθαίνει ο πρόεδρος της Ιονίου Γερουσίας Σπυρίδων Θεοτόκης και την διακυβέρνηση του Κράτους ανέλαβε ο Ιωάννης Καποδίστριας.
Στις 5 Δεκεμβρίου του ιδίου έτους η Γερουσία της Επτανησιακής Πολιτείας ψήφισε ομόφωνα το νέο Σύνταγμα. Το σύνταγμα αυτό έχει ιστορική αξία, αφού είναι ο πρώτος μετά την άλωση Καταστατικός χάρτης που ψηφίστηκε ανεμπόδιστα από τους Έλληνες των Επτανήσων. Λίγο αργότερα διαλύεται η Ρωσο-Τουρκική συμμαχία και ο Αλή Πασάς των Ιωαννίνων συγκεντρώνει μεγάλες δυνάμεις με στόχο την κατάληψη της Λευκάδας.
Προκειμένου να αντιμετωπίσει την κρίσιμη αυτή κατάσταση, η Γερουσία ανέθεσε στον Ιωάννη Καποδίστρια την οργάνωση της άμυνας του νησιού.
Στις 8 Ιουλίου του 1807 οι Ρώσοι, αφού προηγουμένως συνήψαν ανακωχή με τους Γάλλους, υπέγραψαν τη συνθήκη του Tilsit. Βάσει της συνθήκης αυτής η Ευρώπη διαμοιράστηκε ανάμεσα στους δύο ηγεμόνες, η δυτική στον Ναπολέοντα και η ανατολική στον τσάρο Αλέξανδρο Α'.
Στις 15/27 Μαϊου 1808 ο επικεφαλής του υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας κόμης Ρομαντζώφ, με μια θερμή επιστολή, η οποία περιείχε το παράσημο του Ιππότη του Τάγματος της Αγίας Άννας, καλούσε τον Ιωάννη Καποδίστρια να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο διπλωματικό σώμα της Ρωσίας. Στις 3 Αυγούστου του 1808 ο Ιωάννης Καποδίστριας ξεκίνησε για την Πετρούπολη της Ρωσίας,
Στις 20 Απριλίου 1809 ο Ιωάννης Καποδίστριας διορίστηκε Σύμβουλος της Επικρατείας προσαρτημένος στο τμήμα εξωτερικών υποθέσεων της Ρωσίας με ετήσιες αποδοχές 3000 ρούβλια.
Την 1 Αυγούστου 1811 ο Τσάρος Αλέξανδρος Α' διόρισε τον Κερκυραίο διπλωμάτη ως Γραμματέα στην πρεσβεία της Βιέννης. Λίγο αργότερα, ο Ιωάννης Καποδίστριας τοποθετήθηκε ως αρχηγός και διευθυντής της Γραμματείας του διπλωματικού τμήματος του ναυάρχου Τσιτσαγκώφ. Έδρα της νέας αυτής υπηρεσίας ήταν το Βουκουρέστι όπου και φθάνει ο Καποδίστριας στις 20 Μαΐου του 1812.
Στις αρχές του 1814 ο Τσάρος ανέθεσε στον Ιωάννη Καποδίστρια μια νέα δύσκολη αποστολή: την επίτευξη της ουδετερότητας και τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας της Ελβετίας, ώστε να μείνει αλώβητη από το γαλλικό δεσποτισμό. Έτσι κατόρθωσε να συνδέσει την Ελβετική ομοσπονδία με τον Συνασπισμό των Μεγάλων Δυνάμεων. Ουσιαστικά ο Ιωάννης Καποδίστριας ίδρυσε και οργάνωσε την σύγχρονη Ελβετία. Το διοικητικό σύστημα που εισήγαγε τότε, εξακολουθεί και σήμερα να αποτελεί τη βάση του Ελβετικού πολιτεύματος.
Λίγους μήνες αργότερα, κατά τον Οκτώβριο του 1814, ο Ιωάννης Καποδίστριας φθάνει στη Βιέννη σαν εξέχον μέλος της διπλωματικής αποστολής της Ρωσίας για το συνέδριο.
Στην Βιέννη, επίσης, με αποκλειστικές πρωτοβουλίες του Ιωάννη Καποδίστρια, ιδρύθηκε η «Φιλόμουσος Εταιρεία». Κύριο μέλημα της προσπάθειας αυτής, ήταν η με κάθε τρόπο οικονομικη, υλική και ηθική ενίσχυση των Ελληνοπαίδων, ώστε να αποκτήσουν την παιδεία που επιζητούσαν.
Τελικά, στις 9 Ιουνίου 1815 υπογράφηκαν οι τελικές πράξεις του συνεδρίου της Βιέννης, χωρίς όμως να διευθετηθεί το θέμα των Ιονίων νήσων.
Στις 22 Μαϊου 1815 ο Ιωάννης Καποδίστριας αναχώρησε από τη Βιέννη, ακολουθώντας τον Τσάρο στις πολεμικές επιχειρήσεις κατά του Ναπολέοντα. Μετά την τελειωτική ήττα του Ναπολέοντα τον Ιούνιο του 1815 στο Βατερλώ, ο Ιωάννης Καποδίστριας συνόδευσε τον Τσάρο στο Παρίσι όπου θα διεξάγονταν οι συζητήσεις για το πολιτικό μέλλον της νικημένης Γαλλίας. Στις συζητήσεις που ακολούθησαν έλαμψε εκ νέου το άστρο του Κερκυραίου διπλωμάτη. Με δικές του πρωτοβουλίες η Γαλλία, αν και ηττημένη, έτυχε ήπιας μεταχείρισης και αποτράπηκε η ουσιαστική της διάλυση.
Ο Τσάρος εκφράζοντας την ευαρέσκειά του για τις προσφερθείσες υπηρεσίες του Ιωάννη Καποδίστρια κατά τις συζητήσεις που προηγήθηκαν της υπογραφής της συνθήκης του Παρισιού, τον διόρισε Γραμματέα της αυτοκρατορίας, δηλαδή, Υπουργό Εξωτερικών.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας συνόδευσε τον αυτοκράτορα Αλέξανδρο Α' στην Aix-la Chapelle, για να συμμετάσχει στο συνέδριο των ηγεμόνων. Επίσης ο Ιωάννης Καποδίστριας στο ίδιο πάντα συνέδριο κατέθεσε και υπόμνημα/σχέδιο που αντιμετώπιζε ριζοσπαστικά το όνειδος της δουλεμπορίας των Μαύρων.
Τον Οκτώβριο του 1819 ο Ιωάννης Καποδίστριας έφθασε στην Πετρούπολη μετά από απουσία 10 μηνών. Ο Κερκυραίος διπλωμάτης είχε αρκετές επαφές με εκπροσώπους της Φιλικής Εταιρείας που του κόμιζαν επιστολές και τους βοηθούσε έμμεσα χωρίς όμως να εκτίθεται.
Κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ του φθινοπώρου του 1820 και τού τέλους της άνοιξης του 1821, ο Ιωάννης Καποδίστριας συμμετείχε στα συνέδρια που έλαβαν χώρα στις πόλεις Troppau και Ljubjana.
H συνεργασία του με τον Τσάρο στα θέματα που αφορούσαν την Ελλάδα χειροτέρεψε. Από τότε και μετά ο ρόλος του περιορίστηκε στο να ακούει και να μη μιλάει, μέχρι που τον Ιούνιο του 1822 ζήτησε να αποσυρθεί από την ενεργό υπηρεσία.
Τελικά, ο Καποδίστριας αναχώρησε από την Πετρούπολη στις 19 Αυγούστου 1822. Γύρω στα τέλη του 1822 ο Ιωάννης Καποδίστριας έφθασε στην Γενεύη
Η άνοιξη του 1827 σηματοδότησε καταιγιστικές εξελίξεις. Η Γ΄ Εθνική Συνέλευση των Ελλήνων που συνήλθε στην Τροιζήνα, έκανε αποδεκτή και ψήφισε ομόφωνα την πρόταση να ανατεθεί στον Ιωάννη Καποδίστρια η εξουσία της Ελληνικής Πολιτείας, για μια θητεία διαρκείας επτά ετών.
Ο Τσάρος Νικόλαος χρονοτριβούσε και δεν ενέκρινε αμέσως την παραίτηση του Κερκυραίου διπλωμάτη. Στις 26 Ιουνίου 1827, μετά από πέντε ακροάσεις, ο Τσάρος αποδέχθηκε την παραίτηση του Καποδίστρια.
Μετά από αρκετούς ενδιάμεσους σταθμούς ο Ιωάννης Καποδίστριας έφθασε στο λιμάνι της Αγκώνας στις 8/20 Νοεμβρίου 1827. Τελικά, την 1/13 Ιανουαρίου 1828 o Καποδίστριας με τη συνοδεία του, αναχώρησε για την Ελλάδα με την Αγγλική κοβέρτα «Wolf». Την 6/13 Ιανουαρίου 1828 το «Warspite» έφθασε στο λιμάνι του Ναυπλίου.
Τον Φεβρουάριο του 1831 ξέσπασε μεγάλη αντικαποδιστριακή ανταρσία στη Μάνη. Η κυβέρνηση έθεσε υπό επιτήρηση τους Κωνσταντίνο και Γεώργιο Μαυρομιχάλη στο Ναύπλιο.
Έτσι, το πρωϊ της Κυριακής της 27ης Σεπτεμβρίου 1831, ενώ ο Καποδίστριας μετέβαινε στο ναό του Αγίου Σπυρίδωνος για να παρακολουθήσει τον Όρθρο και τη Θεία Λειτουργία, συνάντησε τους Γεώργιο και Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη, οι οποίοι, αφού τον χαιρέτησαν, τον προσπέρασαν και στάθηκαν δεξιά και αριστερά της στενής εισόδου του Ιερού Ναού. Εισερχόμενος στην Εκκλησία ο Ιωάννης Καποδίστριας, δέχθηκε πυροβολισμούς και από τους δύο δολοφόνους.
Έτσι τερματίστηκε η ζωή και το έργο του Ιωάννη Καποδίστρια. Οι συνέπειες από τον βίαιο τερματισμό της ζωής αυτής της εξέχουσας φυσιογνωμίας, βαρύνουν ακόμη και σήμερα δυσμενώς την χώρα μας, αφού έκτοτε δεν έχει αναδειχθεί άλλη πολιτική προσωπικότητα που να συγκεντρώνει τέτοιες αρετές : Τιτάνιο έργο, απαράμιλλη αυταπάρνηση, πολιτική οξύνοια, διπλωματική διορατικότητα, ψυχική ευγένεια, εσωτερική καλλιέργεια, υψηλό παιδαγωγικό ιδεώδες, αταλάντευτη πρόσδεση στην ορθόδοξη πίστη.