«Μανιφέστο» στρατιωτικών: «Να σταματήσει η παράνομη μετανάστευση» – «Υπάρχει εθνικός κίνδυνος»

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2019 | 0 αναγνώστες άφησαν σχόλιο



Ένα μανιφέστο κατά της μετανάστευσης και της κρίσιμης κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα υπογράφουν στρατιωτικοί, καθηγητές, άνθρωποι του πολιτισμού.

Το κείμενό τους είναι ανατριχιαστικό και θα πρέπει αυτοί που παίρνουν αποφάσεις για την Ελλάδα, να το διαβάσουν.
«Παρακολουθούμε με μεγάλη ανησυχία αλλά και κατάπληξη», τονίζουν, «να συνεχίζεται επί χρόνια μια απίστευτη εισβολή παρανόμων μεταναστών στη χώρα, που παρουσιάζονται όλοι, συστηματικά και προσχηματικά, ως πρόσφυγες και αιτούνται παροχή πολιτικού ασύλου».
«Η μαζική παράνομη μετανάστευση», επισημαίνουν, «με τις διαστάσεις εισβολής που έχει προσλάβει και με την ανεξάντλητη δυναμική που διαθέτει, αντιπροσωπεύει, εάν δεν ανασχεθεί και ελεγχθεί εγκαίρως και αποτελεσματικά, άμεση απειλή στην εθνική και κοινωνική συνοχή της χώρας, στην πολιτιστική της ταυτότητα, στην εθνική της ασφάλεια και στο εθνικό της μέλλον».
«Είναι προφανές και κατάδηλο», υπογραμμίζουν «ότι η μαζική παράνομη μετανάστευση έχει εκ των πραγμάτων γεωστρατηγικές διαστάσεις.

Ως εκ τούτου, η πολιτική των ανοιχτών συνόρων εκ μέρους της χώρας είναι ανεδαφική και αυτοκαταστροφική και παρέχει όπλο εκβιασμού στην Άγκυρα, που το εξαργυρώνει αδρά.
Με τα δεδομένα αυτά, έχει διαμορφωθεί στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου,σε ορισμένα νησιά των Δωδεκανήσων, και, κατά δεύτερο λόγο, στον Έβρο, μια άκρως ανησυχητική και επικίνδυνη κατάσταση, που, από ορισμένες απόψεις, προσομοιάζει με ασύμμετρες, υβριδικές ενέργειες, που στοχεύουν την εσωτερική ασφάλεια της χώρας. Η κατάσταση αυτή περιπλέκεται και επιβαρύνεται περαιτέρω από τον σκόπιμο παραμερισμό των συναρμοδίων κρατικών φορέων από τον άμεσο έλεγχο των συνόρων.
Το κόστος της περιβόητης πολιτικής των ανοικτών συνόρων κατέστη πλέον υψηλότατο και παράλογο. Αντί η Ελλάδα να λάβει άμεσα μέτρα για τον έλεγχο των συνόρων της, με αναστολή επ’ αόριστον, εάν αυτό είναι αναγκαίο, της εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Οδηγίας για το Άσυλο, για λόγους έκτακτης ανάγκης και εθνικής ασφάλειας, εμμένει στην ίδια ολέθρια πολιτική και περιέρχεται εκ των πραγμάτων σε θέση υποχειρίου και ομήρου εκβιαζομένου από την Άγκυρα».
«Τα ανοικτά σύνορα και η μη απώθηση οποιουδήποτε προσέρχεται στα σύνορα μιας χώρας-μέλους και ζητά άσυλο», υπογραμμίζουν, «παρουσιάστηκαν μέχρι σήμερα ως κοινή Ευρωπαϊκή πολιτική, με βάση την Ευρωπαϊκή Οδηγία για το Άσυλο και την υποτιθέμενη Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Πώς είναι όμως δυνατόν να εφαρμόζεται η πολιτική αυτή μονομερώς από την Ελλάδα, που βρίσκεται στην πιο εκτεθειμένη γεωγραφική θέση και αντιμετωπίζει επιπλέον εθνικά προβλήματα, όταν οι άλλες Ευρωπαϊκές χώρες-μέλη κλείνουν τα σύνορά τους, οι άλλες Μεσογειακές χώρες-μέλη παίρνουν αυστηρά μέτρα για τον έλεγχο των συνόρων τους και όταν ακόμη χώρες-μη μέλη στα Βαλκάνια κλείνουν τα σύνορά τους, σε συνεννόηση και συνεργασία με τις Βρυξέλλες και μεγάλες χώρες-μέλη;
Πιστεύει κανείς ότι αποτελεί υποκατάστατο στην αποτροπή, στον έλεγχο δηλαδή των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και στην Ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, ο εγκλωβισμός των παρανόμως εισερχομένων στην Ελλάδα και η χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση της μόνιμης εγκαταστάσεώς τους στη χώρα μας; Η εφαρμογή δηλαδή πολιτικής εποικισμού της Ελλάδος, με παράνομους μετανάστες, με Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση και η χρησιμοποίηση της Ελλάδος ως αναχώματος της παρανόμου μεταναστεύσεως στην άλλη Ευρώπη; Είναι τραγικό να παρουσιάζεται μάλιστα από τον Έλληνα Επίτροπο, αρμόδιο για θέματα μεταναστεύσεως, η χρηματοδότηση αυτή του εποικισμού της Ελλάδος, ως Ευρωπαϊκή βοήθεια και αλληλεγγύη προς τη χώρα μας».
«Είναι προφανές», τονίζουν, «ότι μια τέτοια πολιτική οδηγεί στην εθνική αποδόμηση της Ελλάδος και στη μετάλλαξή της σε κατ’ ευφημισμό «πολυπολιτισμική» χώρα. Με άλλα λόγια, στην πλήρη αλλοτρίωσή της, σε σύντομο χρόνο, και στην καταστροφή της εθνικής και πολιτιστικής της ταυτότητας. Ο Ελληνικός λαός δεν θα αποδεχθεί μια τέτοια ολέθρια εξέλιξη σε βάρος του».
«Η πολιτική μεταφοράς δεκάδων χιλιάδων παρανόμων μεταναστών από τα νησιά στην ηπειρωτική χώρα, υποτίθεται, για λόγους εθνικής ασφάλειας για τα νησιά και εθνικής αλληλεγγύης, με τη μορφή του ίσου καταμερισμού των μεταναστών σ’ ολόκληρη την Ελλάδα», αναφέρουν, «αποτελούν αδιέξοδη επιλογή. Είναι βέβαιο ότι αυτοί που θα αναχωρήσουν για την ενδοχώρα, θα αναπληρωθούν άμεσα από άλλους που θα έρθουν.
Με άλλα λόγια, η μεταφορά των παρανόμων μεταναστών από τα νησιά στην ηπειρωτική Ελλάδα, εάν δεν συνδυασθεί με αυστηρό έλεγχο των συνόρων και αποτελεσματική αποτροπή, δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Αντιθέτως, επιβεβαιώνει το ρόλο των νησιών ως προγεφυρωμάτων για τον σταδιακό κατακλυσμό όλης της χώρας με παρόνομους μετανάστες-εποίκους. Η εμμονή στην πολιτική των ανοικτών συνόρων και η διαχείριση του προβλήματος, με την αποδοχή της μόνιμης εγκαταστάσεως των παρανόμων μεταναστών στην Ελλάδα, είναι συνταγή καταστροφής για τη χώρα».
Η Διακήρυξη καταγγέλλει αυστηρά την προπαγάνδα που προσπαθεί να εξομοιώσει τους πρόσφυγες της Μικράς Ασίας του 1922 με τους παράνομους μετανάστες. Μια τέτοια εξομοίωση, αναφέρει, είναι ανιστόρητη, ανεπίτρεπτη και ανίερη. Ανεπίτρεπτη είναι επίσης η εξομοίωση των παρανόμων μεταναστών με τους Έλληνες μετανάστες. Οι Έλληνες δεν πήγαν παράνομοι μετανάστες.
Καταγγέλλει επίσης τον ανεδαφικό δικαιωματισμό. «Δεν είναι δικαίωμα του καθενός να εισέρχεται και να εγκαθίσταται σε μια ξένη χώρα. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, αναγνωρίζονται και κατοχυρώνονται, στο πλαίσιο συντεταγμένων και κυριάρχων κρατών και διακρατικών διεθνών συνθηκών και συμβάσεων».
Σε ότι αφορα την αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος, η Διακήρυξη επισημαίνει ότι «δεν θα επιτευχθεί με αλλοίωση και μετάλλαξη του Ελληνικού πληθυσμού και την εγκατάσταση στην Ελλάδα Μουσουλμανικών πληθυσμών, που θα ποδηγετούνται αύριο από την Άγκυρα. Θα επιτευχθεί, με μια ολοκληρωμένη πολιτική, που θα στηρίζει τις γεννήσεις και θα οδηγήσει στην έξοδο από τη σημερινή κρίση και στη δημιουργία πραγματικών ευκαιριών απασχολήσεως για τους νέους, που αναγκάζονται σήμερα να εκπατρίζονται και να χάνονται ως πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό για τη χώρα».
Η Διακήρυξη καταλήγει με τη διαπίστωση ότι «η κατάσταση έχει φτάσει σήμερα στο απροχώρητο. Δεν υπάρχει πλέον κανένα περιθώριο αναμονής, παθητικής ανοχής και σιωπής. Οι Ελληνικές Κυβερνήσεις απέτυχαν, δυστυχώς, να συνειδητοποιήσουν εγκαίρως τις διαστάσεις του προβλήματος και τους κινδύνους που περικλείει για τη χώρα μας η παράνομη μετανάστευση και επέτρεψαν να γίνει η Ελλάδα hot spot της Ευρώπης, με αντάλλαγμα Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για τον εποικισμό και την αλλοτρίωσή της.
Ο Ελληνικός λαός πρέπει να κινητοποιηθεί, με κάθε νόμιμο μέσο, και να απαιτήσει έλεγχο, εδώ και τώρα, των συνόρων του. Η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι ξέφραγο αμπέλι, όταν μάλιστα αντιμετωπίζει απροκάλυπτες απειλές στον εθνικό της χώρο και βρίσκεται σε μια κρίσιμη θέση στην Ανατολική Μεσόγειο και κοντά στη φλεγόμενη Μέση Ανατολή.
Ο σεβασμός του ασύλου για τους πραγματικούς πρόσφυγες, όπως αυτοί ορίζονται από τη Σύμβαση της Γενεύης, δεν μπορεί να γίνεται πρόσχημα για μια ασταμάτηση πλημμυρίδα παρανόμων μεταναστών από κάθε γωνιά του πλανήτη.
Ο λαός μας αντιμετώπισε στην ιστορία του πολλούς κινδύνους, ξένες επιδρομές, κατακτήσεις, γενοκτονικές πολιτικές και πολέμους. Κατόρθωσε να επιβιώσει και μέσα από τη δουλεία 400 χρόνων στην Οθωμανική αυτοκρατορία και να επιτύχει την εθνική παλιγγενεσία του, με την Επανάσταση του 1821. Θα ήταν τραγικό να επιτρέψει, από έλλειμμα στοιχειώδους προνοητικότητας και πολιτικής σωφροσύνης, την εθνική αποδόμηση και την αλλοτρίωσή του, με Δούρειο Ίππο την παράνομη μετανάστευση».
Τη Διακήρυξη υπογράφουν:
Φράγκος Φραγκούλης, Στρατηγός ε.α., Επίτιμος Αρχηγός ΓΕΣ, πρώην Υπουργός Εθνικής Άμυνας
Κωνσταντίνος Ζιαζιάς, Στρατηγός ε.α., Επίτιμος Αρχηγός ΓΕΣ Κοσμάς Χρηστίδης, Ναύαρχος ε.α., Επίτιμος Αρχηγός ΓΕΝ Ιωάννης Κοραντής, Πρέσβυς ε.τ.
Περικλής Νεάρχου, Πρέσβυς ε.τ.
Ελευθέριος Καραγιάννης, Πρέσβυς ε.τ.
Μανώλης Γούναρης, Πρέσβυς ε.τ.
Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη, Καθηγήτρια Οικονομικών, πρώην Πρύτανης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας
Παναγιώτης Ήφαιστος, Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων – Στρατηγικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο Πειραιώς
Κωνσταντίνος Γρίβας, Καθηγητής Γεωπολιτικής, Σχολή Ευελπίδων Κώστας Ρωμανός, Καθηγητής Φιλοσοφίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
Αριστέα Τόλια, Καθηγήτρια Λατινικών, Πανεπιστήμιο Αθηνών και Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου
Βασίλειος Μαρτζούκος, Αντιναύαρχος ε.α. και Πρόεδρος του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ)
Ιωάννης Μπαλτζώης, Αντιστράτηγος ε.α.
Σάββας Καλεντερίδης, Συνταγματάρχης ε.α. και ιδρυτής των εκδόσεων και του ιστοτόπου «Ινφογνώμων»
Δημήτρης Μπουζάς, πρώην Δήμαρχος Ορεστιάδος Μανώλης Κοττάκης, δημοσιογράφος Γιώργος Χαρβαλιάς, δημοσιογράφος
Αλκιβιάδης Κεφαλάς, Καθηγητής Φυσικής, Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, Διευθυντής Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών
Γιώργος Ρωμανός, Συγγραφέας, ιστορικός ερευνητής
Ευαγγελία Σαραντοπούλου, Διδάκτωρ Φυσικής, Κύρια Ερευνήτρια, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών
Ζωή Κόλλια, Διδάκτωρ Φυσικής, Ερευνήτρια, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών Πρόδρομος Εμφιετζόγλου, επιχειρηματίας Νίκος Παπαποστόλου, επιχειρηματίας
Σπύρος Λαβδιώτης, οικονομολόγος, πρώην χρηματιστικός αναλυτής, Κεντρική Τράπεζα Καναδά
Χρήστος Μπελλές, Ιστορικός, Χίος
Κώστας Καραΐσκος, Δημοτικός Σύμβουλος, Δήμος Κομοτηνής και εκδότης της εφημερίδας «Αντιφωνητής»
Δημήτρης Νατσιός, Εκπαιδευτικός, Κιλκίς
Χαράλαμπος Ναβροζίδης, Πρόεδρος Συλλόγου Ποντίων, Κως
Ιωάννης Νέγρης, δημοσιογράφος, Σάμος
Δημήτρης Ταλαγάνης, ζωγράφος