Eγκυκλοπεδικό λεξικό «ΗΛΙΟΥ . Κ.Δ Γεωργούλης. (Η αρτιότερη ίσως αναφορά στα Αρχαία Ελληνικά μαθηματικά)
Κωνσταντίνος Γεωργούλης (Καλαμάτα 1894 - Αθήνα 1968) φιλόλογος και εκπαιδευτικός. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο Βερολίνο και στο Φράιμπουργκ.
Το 1940 διορίστηκε γενικός επιθεωρητής μέσης εκπαίδευσης. Από το 1941 ανέλαβε τη διεύθυνση του Διδασκαλείου Μέσης Εκπαίδευσης και την περίοδο 1953-57 διετέλεσε γενικός γραμματέας του υπουργείου Παιδείας. Ο Γ. άσκησε επιρροή στα εκπαιδευτικά πράγματα της χώρας.
Ίδρυσε την Εταιρεία Ελλήνων Φιλολόγων και διηύθυνε το περιοδικό Πλάτων. Το μεγαλύτερο μέρος του συγγραφικού του έργου αναφέρεται στη μελέτη και ερμηνεία συγγραμμάτων και ιδεών του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη: Αριστοτέλους πρώτη Φιλοσοφία (τα μετά τα Φυσικά), Εισαγωγή - Ερμηνεία (1935), Πλάτωνος Πολιτεία (Εισαγωγή - Ερμηνεία -Σχόλια) (1939) κ.ά.
Καμιά άλλη επιστήμη δεν είναι εις τόσον μεγάλον βαθμόν αντιπροσωπευτική του ελληνικού πνεύματος, όσον η μαθηματική επιστήμη. Οι Έλληνες την εθεμελίωσαν, της εχάραξαν τας μεγάλας κατευθυντηρίους γραμμάς επί των οποίων εξακολουθεί να κινήται και να αναπτύσσεται ακόμη και σήμερον, και εδημιούργησαν την τεχνικήν της ορολογίαν.
Εάν ανοίξη κανείς και σήμερον οιονδήποτε μαθηματικόν βιβλίον εις οιανδήποτε γλώσσαν και αν έχη τούτο γραφή, θα διαπίστωση ότι ου μόνον ο τρόπος της σκέψεως είναι τελείως ελληνικός, αλλά και όλοι οι οροί διατηρούνται εις την γλωσσικήν μορφήν, την οποίαν τους έδωκαν οι αρχαίοι Έλληνες. Και εις τας περιπτώσεις ακόμη εις τας οποίας γίνεται χρήσις μη ελληνικών όρων, πρόκειται περί μεταφράσεως ελληνικών δια της παρεμβάσεως της λατινικής η της αραβικής. Όλαι αι θεμελιώδους σημασίας έννοιαι αι χρησιμοποιούμενοι εις τους πολυάριθμους κλάδους της μαθηματικής επιστήμης, παραμένουν όπως τους εδημιούργησεν η ελληνική αρχαιότης. Ουδείς νέος όρος ανεκαλύφθη όστις θα δύναται να αντικαταστήση τους ελληνικούς ορούς, απόδειξιν, θεώρημα, πρόβλημα, αίτημα, πρότασιν, εκφώνησιν, συμπέρασμα κλπ. Τα ελληνικά μαθηματικά συγγράμματα του Ευκλείδου, του Αρχιμήδους, του Απολλώνιου, του Πάππου, του Πτολεμαίου, καθώς και των δευτερευούσης ακόμη σημασίας μαθηματικών συγγραφέων, αποτελούν πρότυπα θαυμαστής ακριβολογίας κατά τον στοχασμόν, απαράμιλλου σαφήνειας κατά την έκφρασιν και ζηλευτής λεκτικής λιτότητας. Από της στιγμής κατά την οποίαν το ελληνικόν έθνος ήρχισε να πραγματοποιή το εξανθρωπιστικόν του έργον, επελήφθη συγχρόνως και της θεμελιώσεως και αναπτύξεως της επιστήμης των μαθηματικών.
Όλοι οι μεγάλοι φιλόσοφοι της αρχαίας Ελλάδος ήσαν συγχρόνως και μεγάλοι μαθηματικοί, δυνάμενοι όχι μόνον να παρακολουθήσουν τας προόδους αίτινες συνετελούντο εις την περιοχήν της μαθηματικής γνώσεως, αλλά και να την υποβοηθήσουν δημιουργικώς. Υποδειγματική είναι ή στάσις του Πλάτωνος έναντι της νεαράς τότε επιστήμης των αριθμών. Αυτός την περιέθαλψε, την όπλισε με ασφαλή μεθοδολογικόν οπλισμόν και διήνοιξεν εμπρός της νέας οδούς. Αλλά και εις τας εποχάς κατά τας οποίας το ελληνικόν έθνος αγωνιζόμενον δια να περίσωση τον πολιτισμόν από τας επιδρομάς των βαρβάρων δεν είχε την άνεσιν να επιδοθή εις δημιουργικήν εις την περιοχήν των επιστημών εργασίαν, συνετήρει και διεφύλαττεν ως εγκόλπιόν του τα μαθηματικά ελληνικά συγγράμματα. Καθ' όλην την μεσαιωνικήν περίοδον ο Ευκλείδης και οι λοιποί μαθηματικοί συγγραφείς αναγινώσκονται, σχολιάζονται και διαφυλάττονται με ευλάβεια.
Η έκθεσης ήτις επακολουθεί δεν είναι παρά μία εξιστόρησες της συνεχείας εκείνων των προσπαθειών, θα παρακολουθήσωμεν την ανάπτυξιν της ελληνικές μαθηματικής επιστήμης από τας πρώτας της ρίζας. Δια μιας τοιαύτης αναδρομής δεν επιδιώκεται μόνον απλώς ιστορικός κατατοπισμός. Ανατρέχοντες εις τας πρώτας αρχάς και ρίζας μιας επιστήμης, κατανοούμεν το αρχικόν της νόημα. Η ιστορική αναδρομή επιβάλλεται από την ανάγκην να κατανοήσωμεν το μελετώμενον φαινόμενον εις την ουσίαν του. Την αλήθειαν ταύτην έχει ήδη διακηρύξει ο Αριστοτέλης λέγων: «εάν κανείς ήθελεν εξετάσει τα πράγματα παρακολουθών αυτά από την πρώτην αρχήν της γενέσεως των, αυτό αποτελεί τον καλύτερον τρόπον δια να εμβαθύνη εις την ουσίαν των».
Δεν είναι δε ουδόλως τυχαίον ότι ήδη από των μέσων του παρελθόντος αιώνος έχει δημιουργηθή μεγάλη επιστημονική κίνησις σχετικώς με την ιστορικήν ανάπτυξιν της ελληνικής μαθηματικής επιστήμης. Εις τούτο συνετέλεσεν εκτός των άλλων και η αναφυείσα «κρίσις» της θεμελιώσεως της μάθηματικής επιστήμης. Οι μαθηματικοί ανεκάλυψαν αιφνιδίως, ότι η επιστήμη των, παρ' όλον ότι καυχάται ως η ακριβέστατη των επιστημών. είχε χάσει το συναίσθημα ότι εστηρίζετο εις απαρασάλευτα θεμέλια. Η υπέρμετρος ανάπτυξις του τεχνικού μέρους της μαθηματικής σκέψεως είχεν επηρεάσει την καθαρότητα του θεωρητικού στοχασμού. Δια την υπερνίκησιν της κρίσεως εγένετο αντιληπτόν ότι εν υπήρχεν αμυντήριον μέσον. Η ιστορική αναδρομή προς την πρώτην θεμελίωσιν. Τούτο έφερε τους μαθηματικούς της εποχής μας εις την ανάγκην να αναδράμουν προς τα οπίσω και να συνάψουν οιονεί απολογιστικόν διάλογον προς τους πρώτους θεμελιωτάς. Οπως πάσα φιλοσοφία είναι υποχρεωμένη να λογαριασθή με τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, κατά τον ίδιον τρόπον και ή μαθηματική της εποχής μας υποκύπτει εις τον αναγκασμόν να δώση λόγον των πράξεων της διά της αναδρομής εις τους χρόνους των πρώτων ιδρυτών.
Αρχική σελίδα
0 αναγνώστες άφησαν σχόλιο:
Δημοσίευση σχολίου