Οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὴν Εὐρώπη, ποὺ ἐπισκέπτονταν τὴν πολυσκλαβωμένη χώρα μας κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, ἦσαν οἱ φιλέλληνες περιηγητές, ποὺ εἶχαν σκοπὸ νὰ ἐξερευνήσουν τὸν ἀρχαῖο χῶρο μας καὶ νὰ καταγράψουν τὰ συμβάντα τῆς ἐποχῆς καὶ οἱ ἀρχαιοκάπηλοι, ποὺ σκοπός τους ἦταν ὁ πλουτισμὸς καὶ ἡ «λαθροθηρία» ἀρχαιοτήτων. Οἱ τελευταῖοι εἶχαν ὀργανώσει ἐκείνη τὴν περίοδο, μὲ τὴν ἀγαστὴ συνεργασία τῶν κληρικῶν, συστηματικὴ λαφυραγώγηση καὶ λεηλασία τῶν ἀρχαιολογικῶν χώρων, καθὼς καὶ ἀγορὲς χειρογράφων καὶ παπύρων ἀπ’ τὰ μοναστήρια, διαθέτοντας πακτωλὸ χρημάτων στοὺς κληρικοὺς γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτό.
Πολλὰ ἔχουν εἰπωθῆ καὶ γραφῆ γιὰ τὸν Ἔλγιν καὶ τὰ «Ἐλγίνεια» μάρμαρα. Ἀξίζει
ἐδῶ ὅμως νὰ δοῦμε τὸν ρόλο-κλειδί, ποὺ ἔπαιξε ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Γρηγόριος στὴν κλοπὴ καὶ μεταφορὰ τῶν μαρμάρων τοῦ Παρθενῶνος στὴν Ἀγγλία. Τὸ «ἀλισβερίσι» τοῦ ἀρχιεπισκόπου ξεκίνησε μὲ τὴν πώληση στὸν λόρδο Ἔλγιν τοῦ μεγαλοπρεποῦς μαρμάρινου θρόνου «γυμνασίαρχου», ποὺ ἔφερε τὶς μορφὲς τοῦ Ἁρμοδίου καὶ τοῦ Ἀριστογείτονος νὰ θανατώνουν μία λέαινα μὲ μαχαίρια καὶ βρισκόταν στὴν Ἀρχιεπισκοπή. Τὸ μνημεῖο κοσμεῖ σήμερα μουσεῖο τῆς Σκωτίας. Ἐν συνεχείᾳ οἱ ἄνθρωποι τοῦ Ἔλγιν, μὲ τὴν ἀνοχὴ τῶν Τούρκων καὶ τὴν βοήθεια τῶν κληρικῶν, ἀπέσπασαν ἑκατοντάδες σπάνια βιβλία καὶ χειρόγραφα. Καὶ ἄλλα μὲν ἔκλεψαν, ἄλλα ἀγόρασαν ἀνοιχτὰ καὶ ἄλλα πῆραν μὲ δωροδοκίες καὶ πλάγιες ἐνέργειες, ἐκμεταλλευόμενοι, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀπληστία καὶ τὴν ἀγραμματοσύνη τῶν μοναχῶν, τὴν ἀμάθεια καὶ τὸ μίσος τῆς μεγάλης πλειονότητος τῶν ρασοφόρων κατὰ τοῦ Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ.
Ἡ συλλογὴ τῶν μαρμάρων τοῦ Ἔλγιν ἀποτεῖτο ἀπὸ 2.500 κομμάτια περίπου. Ἡ ἁρπαγὴ ἔγινε μὲ τὴν ἀδιαφορία τῶν τουρκικῶν ἀρχῶν, ἀλλὰ καὶ τὴν συμφωνία
τοῦ ἰδίου τοῦ ἀρχιεπισκόπου Γρηγορίου, κάτι τὸ ὁποῖο ὁ Ἔλγιν διατυμπάνιζε τὰ ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς του ὡς στοιχεῖο τῆς ἀθῳότητός του. Γράφει ὁ Ἄγγλος ἀββὰς Φίλιπ Χὰντ στὸν Ἔλγιν: «Οἱ κάτοικοι συναγωνίζονται, ποιός θὰ πρωτοϊκανοποιήσῃ τὶς ἐπιθυμίες σας, ὁ βοϊβόδας, ἰδίως ὁ μητροπολίτης καὶ ὁ ὑποπρόξενος τῆς Ἀγγλίας Λογοθέτης. Οἱ τρεῖς δηλαδὴ ποὺ ἐξουσιάζουν τὸν τόπο.» («An Account of the Monastic Institution and the Libraries of the Holy Mountain», σελ. 198). Βεβαίως ἡ σύγχρονη Ρωμιοσύνη, καλύπτοντας τὸν ἀρχιεπίσκοπο Γρηγόριο καὶ τοὺς ἄλλους κληρικούς, κατηγόρησε καὶ συνεχίζει νὰ κατηγορῇ μέχρι καὶ σήμερα μόνο τὸν Ἔλγιν γιὰ τὴν ἁρπαγὴ τῶν μαρμάρων τοῦ Παρθενῶνος. Γιὰ τὸν Βρεταννὸ ἅρπαγα καὶ ἀρχαιοθῆρα Στ. Καρλάυλ καὶ τὶς μεθόδους ποὺ χρησιμοποιοῦσε ἀναφέρει ὁ περιηγητὴς Στ. Κλαὶρ στὸ ἔργο του «Lord Elgin and the Marbles», σελ. 65: «Τὸ παλάτι, ποὺ ἔμενε ὁ πατριάρχης στὴν Κωνσταντινούπολη (ὅταν τὸ ἐπισκέφθηκε τὸ 1801 ὁ Καρλάυλ), ἔμοιαζε στὴν πολυτέλεια καὶ τὴν χλιδὴ μὲ τὶς χίλιες καὶ μία ἀραβικὲς νύχτες.» Σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν ἐπίσκοπο τοῦ Λίνκολν τῆς Ἀγγλίας ἀναφέρει γιὰ τὸ ξεπούλημα τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν χειρογράφων ἀπ’ τοὺς ὀρθόδοξους κληρικούς:
«Ὅλες οἱ ἀπ’ εὐθείας προσφορὲς γιὰ τὴν ἀγορὰ χειρογράφων πρέπει νὰ ἀποκλείωνται, διότι ὡς τέτοιες ἀπορρίπτονται ἀπ’ τὶς κοινότητες τῶν μοναχῶν. Εἶναι εὔκολο ὅμως ν’ ἀποκτηθῇ ἡ κυριότητα παλαιῶν βιβλίων καὶ συγγραμμάτων, ἂν οἱ διαπραγματεύσεις γίνουν μὲ μυστικότητα καὶ σοβαρότητα. Οἱ διαπραγματεύσεις μποροῦν γιὰ παράδειγμα νὰ γίνουν μέσα στὰ πλαίσια ἀνταλλαγῆς δώρων καὶ σὰν δωρεὰ πρὸς τὴν Παναγία. Οἱ ὑποδείξεις αὐτὲς εἶναι ἐφαρμόσιμες στὶς πλεῖστες τῶν περιπτώσεων ἀπὸ ἕναν ταξιδιώτη, ποὺ ἀναζητεῖ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ χειρόγραφα. Σὲ ἀρκετὲς ὅμως κοινότητες σὲ τούτη τὴν χώρα, τόσο ἄσχημα βυθισμένες στὴν ἀμάθεια καὶ στὴν βαρβαρότητα, συμβαίνει νὰ ἐπιτρέπουν σ’ ἕναν ταξιδιώτη νὰ βάζῃ στὴν τσέπη του ἕνα τετραβάγγελο ἢ ἕνα πανάρχαιο χειρόγραφο μὲ τὴν ἴδια σχεδὸν ἀδιαφορία, σὰν νὰ ἐπρόκειτο γιὰ ἕνα μάτσο ἄχρηστου χαρτιοῦ» (σελ. 224). Τὸ 1801 ἕνας ἄλλος Βρεταννὸς ἀρχαιοκάπηλος, ὁ Ἐ. Κλάρκ, ἔφθασε στὴν Πάτμο καὶ ἐπισκέφθηκε τὴν βιβλιοθήκη τῆς ἐκεῖ μονῆς. «Ἀνεκτίμητες περγαμηνὲς καὶ σπάνια χειρόγραφα ἦταν παραπεταμένα σὰν σκουπίδια στὸ πάτωμα», ὅπως μᾶς ἀναφέρει στὸ ἔργο του «Travels in Various Countries». «Ἀνάμεσά τους ὁ 24ος διάλογος τοῦ Πλάτωνος, ἔργα τοῦ Πλουτάρχου καὶ ἄλλοι σπάνιοι κώδικες.» O Κλὰρκ λέει ὅτι «οἱ κληρικοὶ δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ διαβάσουν, λόγῳ πλήρους ἀμαθείας, καὶ εὔκολα δέχθηκαν νὰ τὰ πουλήσουν. Ἀξίωσαν ὅμως ἀπ ’τοὺς ἀγοραστὲς νὰ κρατήσουν τὴν συναλλαγὴ μυστική, διότι οἱ Τοῦρκοι θὰ ἔβρισκαν ἀφορμὴ νὰ ἀπαιτήσουν μεγάλα ποσὰ ἀπ’ τὸ μοναστήρι» (σελ. 360). Τὴν ἀγωνία του γιὰ τὴν συναλλαγὴ περιγράφει στὴν σελ.362: «Ὁ ἥλιος βασίλευε κι ἐμεῖς κοιτούσαμε ψηλὰ πρὸς τὸ μοναστήρι. Ἀνησυχούσαμε, καθὼς ζύγωνε ἡ νύχτα, Μήπως μᾶς ἐξαπάτησαν. Ξαφνικὰ εἴδαμε νὰ ἔρχεται κάποιος πρὸς τὴν θάλασσα.Ἔκανε σινιάλο φωνάζοντας πὼς ἔφερε “τὰ ψωμιά”, ποὺ εἶχε διατάξει ὁ Καπουδὰν Πασᾶς. Ὁ καλόγηρος κουβαλοῦσε ἕνα κοφίνι στὸ κεφάλι του. Τὸ κατέβασε καὶ εἴδαμε μέσα σκεπασμένα τὰ χειρόγραφα. Τὰ κρύψαμε κάτω ἀπὸ τὰ στρώματα.» Ὅμως ὁ Κλὰρκ δὲν σταμάτησε ἐκεῖ, παρὰ ἅρπαξε κι ἕνα τεράστιο ἄγαλμα τῆς θεᾶς Δήμητρας ἀπὸ τὴν Ἐλευσῖνα. «Ἦταν μισοθαμμένο στὸ χῶμα καὶ κανένας ἀπ’ τοὺς χωρικοὺς δὲν ἤθελε νὰ βοηθήσῃ στὸ ξέθαμμά του, διότι πίστευαν ὅτι τὸ ἄγαλμα βοηθοῦσε στὴν γονιμότητα τῶν χωραφιῶν τους. Ἕνας ταῦρος, ποὺ πέρασε τυχαῖα τὴν ἴδια στιγμὴ καὶ τὸ ἄγγιξε μὲ τὰ κέρατά του, ἄναψε τὴν δεισιδαιμονία τῶν χωρικῶν, ποὺ νόμισαν ὅτι ὁ δαίμων ποὺ ὑπῆρχε μέσα του θὰ τοὺς σκότωνε αὐτοστιγμεί. Ὅμως ἡ ἐπέμβασις τοῦ παπᾶ ἄλλαξε ἄρδην τὰ πράγματα. Γιὰ νὰ ἐντυπωσιάσῃ τὸ ἀμόρφωτο πλῆθος, ἔψαλε μερικὲς εὐχές, γιὰ ν’ἀ πομακρυνθῇ ὁ δαίμων, καὶ μ’ ἕνα φτυάρι ἄρχισε νὰ ξεθάβῃ τὸ ἄγαλμα. Βλέποντάς τον οἱ χωρικοὶ πῆραν θάρρος καὶ ἔπεσαν μὲ τὰ μοῦτρα στὴν δουλειά.» Ἀναφέρει ὁ Κλὰρκ γιὰ τὴν μεταφορά του: «Σαράντα ἐργάτες μὲ σχοινιὰ βοηθοῦσαν ἀπὸ κάθε μεριὰ στὸ κατέβασμα τοῦ ἀγάλματος τῆς θεᾶς ἀπ’ τὴν Ἐλευσῖνα στὴν θάλασσα καὶ πενήντα παιδιὰ μετέθεταν τὰ κυλινδρικὰ ξύλα, γιὰ νὰ κυλᾷ τὸ βάρος τοῦ μαρμάρου, ποὺ ζύγιζε δύο τόννους. Ἡ μεταφορὰ κράτησε τέσσερις ὧρες.» (D.E.Clarke,«Greek Marbles»,σελ.35-36.) Σύμφωνα μὲ τὰ ὑπάρχοντα στοιχεῖα τὸ ἄγαλμα αὐτὸ κοσμεῖ σήμερα τὸ μουσεῖο τοῦ Λονδίνου. Ἐνδεικτικὰ θὰ ἀναφέρουμε μερικοὺς ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους ἀρχαιοκάπηλους, ποὺ ἔδρασαν ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 16ου αἰῶνος μέχρι τὴν ἐπανάσταση τοῦ ’21. Οἱ Βρεταννοὶ Χάουαρντ, Οὐάλπολ καὶ Μόριτς, ποὺ ἐξαγόραζαν χειρόγραφα καὶ ἀγάλματα ἀπὸ ὅλη τὴν ἑλληνικὴ ἐπικράτεια, οἱ Γάλλοι Γκάλλαντ, Σέβιν καὶ ὁ καταστροφέας καὶ ἐκθεμελιωτὴς τῆς ἀρχαίας Σπάρτης Φουρμόντ, ἀλλὰ καὶ ὁ πρεσβευτὴς τοῦ Λουδοβίκου ΙΕ΄ στὴν Κωνσταντινούπολη μαρκήσιος ντὲ Βιλνέβ, οἱ Ρῶσσοι Σουχάνωφ, Τισέντωφ καὶ Οὐσπένσκυ ,ἀλλὰ καὶ πολλοὶ ἀκόμη Γερμανοί, Αὐστριακοί, Ἰταλοί, Ἰσπανοὶ κ.ἄ. Ὅλοι αὐτοὶ ἀσέλγησαν κατὰ τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ Ἑλληνισμοῦ πάντοτε μὲ τὴν μοναδικὴ βοήθεια τῶν κληρικῶν, ὅπως ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὰ ἄφθονα ὑπάρχοντα ἱστορικὰ στοιχεῖα, ποὺ ἐνδεικτικὰ εἴδαμε παραπάνω.
ΟΙ ΑΛΛΑΞΟΠΑΤΡΙΑΡΧΙΕΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΦΘΟΡΑ ΤΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΩΝ.
Οἱ περιπτώσεις χλιδῆς, διαφθορᾶς τῶν κληρικῶν καὶ τὰ περιστατικὰ ἐξαγορᾶς τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου, ἀτιμωτικῶν συναλλαγῶν μὲ τὸν τύραννο ἀποτελοῦν τοὺς καρποὺς τῆς ἐθνικῆς δουλείας καὶ τοῦ ραγιαδισμοῦ τοῦ λαοῦ. Ἡ τουρκικὴ κατάκτηση δὲν ἔθιξε καθόλου τὰ προνόμια τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Μωάμεθ Β΄ ὁ Πορθητὴς εἶπε στὸν πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο:
«Πατριάρχευε κρατῶντας ὅλα τὰ προνόμια, τὰ ὁποῖα θέλεις, ὅπως καὶ οἱ πρὶν ἀπὸ ἐσένα πατριάρχες εἶχαν.» Γράφει ὁ Βυζαντινὸς ἱστορικὸς Φραντζῆς: «Ὁ Μωάμεθ ἔδωσε προστάγματα ἔγγραφα στὸν πατριάρχη, μὲ ἐξουσία βασιλική, ὑπογεγραμμένη ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν σουλτάνο, ποτὲ καὶ κανεὶς νὰ μὴν ἐνοχλήσῃ ἢ ἀντιταχθῇ αὐτοῦ καὶ νὰ εἶναι αὐτὸς κυρίαρχος καὶ ἀπόλυτος ἐπὶ παντὸς ἐναντίου. Τέλος καὶ ἀπὸ φόρους ἐλεύθερος νὰ εἶναι καὶ αὐτὸς καὶ οἱ πατριάρχες του αἰωνίως, καθὼς καὶ οἱ ὑπόλοιποι, ποὺ ἀνήκουν σ’ αὐτόν, ἀρχιερεῖς.» (Κυριάκου Σιμόπουλου, «Ξένοι ταξιδιῶτες στὴν Ἑλλάδα», σελ. 168.) Γιὰ τὸν Μωάμεθ ὁ κλῆρος θὰ γινόταν τὸ ἀστυνομικὸ ὄργανο καὶ μέσο γιὰ τὴν ὁλοκληρωτικὴ ὑποταγὴ ἑνὸς ἔθνους. Ἀμέσως μετὰ τὴν ἅλωση οἱ μνηστῆρες τῶν θρόνων τῶν πατριαρχῶν καὶ μητροπολιτῶν συναγωνίζονται μεταξύ τους μὲ προσφορὲς χιλιάδων φλουριῶν πρὸς τοὺς Τούρκους διοικητές. Οἱ αἰῶνες ποὺ θ’ ἀκολουθήσουν ἀποτελοῦν τὴν πιὸ μαύρη ἐποχὴ τῶν κληρικῶν καὶ τῆς Ἐκκλησίας, γι’ αὐτὸ τὸν λόγο ἀποσιωπῶνται ἀπὸ τὰ βιβλία τῆς ἱστορίας μας. Οἱ ἀγοροπωλησίες τῶν ἀξιωμάτων τῶν κληρικῶν, ταπεινωτικὲς δημοπρασίες γιὰ τοὺς θρόνους, δωροδοκίες, συνωμοσίες καὶ ἐλεεινὴ ἐκμετάλλευση τοῦ ὑπόδουλου χριστιανικοῦ ποιμνίου ἀποτελοῦν μερικὰ ἀπὸ τὰ γεγονότα τῆς ἐποχῆς. «Οἱ περὶ τὸν πατριάρχην ἀρχιερεῖς οὐδὲν ἄλλο ἐσυλλογίζοντο παρὰ τὸ φατριάζειν περὶ τὸ ἀλλαξοπατριαρχεύειν» γράφει ὁ Ἀθ. Κομνηνὸς Ὑψηλάντης στὸ ἔργο του «Τὰ μετὰ τὴν ἅλωσιν», σελ. 85, ἔτος
1870. Παραθέτει δὲ μία σειρὰ ἀπὸ σκανδαλώδεις περιπτώσεις δωροδοκιῶν καὶ ἐξαγορῶν γιὰ τὴν ἁρπαγὴ τῆς χρυσοφόρου ἡγεσίας τῆς Ἐκκλησίας ἀπ’ τὸ 1476 ἕως τὸ 1513.
Παραθέτουμε ἐνδεικτικὰ δύο ἐξ αὐτῶν: «1482: Ὁ Συμεὼν ὁ Τραπεζούντιος ἀνήχθη ἐπὶ τοῦ οἰκουμενικοῦ θρόνου τίσας δύο χιλιάδας φλωρίων.» «1486: Ἐλήλυθεν εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν ἐκ τῆς Σερβίας ἱερομόναχός τις, Ραφαὴλ τὸ ὄνομα καὶ κατ’ ἄλλους Θεοφάνης, ἀνὴρ χαμερπὴς καὶ μέθυσος ὅλος ἔκδοτος, ὅστις καὶ βλακώδης ὤν, γνωρίμους τινὰς τῶν ἐν τέλει ἐκτήσατο, οἷς προσελθὼν ὑπέσχετο ἔρανον κατ’ ἔτος τίειν τῷ βασιλέως καίστορι (ταμία) φλωρίων δύο χιλιάδας, καὶ ἐν τῇ προβλήσει αὐτοῦ ἐπὶ τοῦ πατριαρχικοῦ θρόνου φλωρία πεντακόσια, εἰ πατριάρχην αὐτὸν ἀναδείξουσιν» (σελ. 25-26). Μεταξὺ 1623 καὶ 1700, σὲ διάστημα δηλαδὴ 77 ἐτῶν, ἔγιναν πενήντα ἀλλοξοπατριαρχίες! Γράφει ὁ Γάλλος ντὲ Λακρουὰ στὸ ἔργο του «Memoires contenant diverses relations très curieuses de 1΄ Empire Ottoman», Παρίσι 1680, σελ. 287-288: «Ἡ ἀλλαγὴ πατριαρχῶν εἶναι τόσο γρήγορη, ποὺ ἐγὼ εἶδα μέσα σ’ ἕνα χρόνο πέντε νέους πατριάρχες ν’ ἀνεβαίνουν στὸν θρόνο: Τὸν Παΐσιο, τὸν Διονύσιο, τὸν Παρθένιο, τὸν Μεθόδιο καὶ τὸν Διονύσιο τῆς Λάρισας. Ὁ ἕνας ἀναθεμάτιζε τὸν ἄλλον μὲ τέτοιες σκανδαλώδεις μεθόδους, ποὺ ὁ βεζύρης Ὀμὰρ Κιοπρουλῆ ἀναγκάσθηκε νὰ τοὺς ἐπιβάλῃ σιωπή, γιὰ νὰ κατευνάσῃ τὰ μίση μεταξύ τους.» Στὴν συνέχεια ἀκολουθεῖ ἕνας ἀπίστευτος λυσσώδης ἀλληλοσπαραγμὸς τῶν πατριαρχῶν γιὰ τὴν θέση τοῦ μητροπολίτη, ποὺ περιγράφεται μὲ λεπτομέρειες στὸ βιβλίο. Οἱ κληρικοὶ θὰ συγκεντρωθοῦν στὸ παλάτι τοῦ βεζύρη, γιὰ νὰ ἐπικυρώσῃ ἐκεῖνος τὴν ἐκλογὴ τοῦ νέου πατριάρχη. «Ὁ πρωθυπουργὸς (τοῦ βεζύρη), χωρὶς νὰ ρίξῃ οὔτε μία ματιὰ στὸν νέο πατριάρχη, στρέφεται πρὸς τοὺς μητροπολίτες τῆς συνοδείας του καὶ τοὺς λέει ἔξαλλος: Ἄνομα καὶ λυσσασμένα σκυλιά, μέχρι πότε θὰ βασιλεύῃ μέσα σας ἡ διχόνοια καὶ ὁ φθόνος; Δὲν θὰ σταματήσετέ ποτε νὰ δαγκώνετε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον;». Ὁ ἐπίσης Ἄγγλος περιηγητὴς Τζὼρζ Γουέλερ στὸ ἔργο του «A Journey into Greece», Λονδῖνο 1862, σελ. 192 ἀναφέρει:
«Ὁ ὀρθόδοξος κλῆρος εἶναι τόσο φιλόδοξος,ποὺ οἱ μητροπολίτες ἀγοράζουν τὸν πατριαρχικὸ θρόνο πίσω ἀπὸ τὶς πλάτες τῶν ἀνταγωνιστῶν τους ἀπ’ τὸν Μεγάλο Βεζύρη. Κι ἐκεῖνος χαίρεται νὰ τοὺς βλέπῃ νὰ ἀλληλοσπαράσσωνται, γιὰ τὸ ποιος θὰ τοῦ προσφέρῃ τὰ περισσότερα πεσκέσια. Γιὰ τὴν ἐξαγορὰ τοῦ ἀξιώματος καταβάλλουν τεράστια ποσά. Καὶ γιὰ νὰ τὰ εἰσπράξουν, καταπιέζουν καὶ καταληστεύουν τοὺς φτωχοὺς χριστιανούς.» Τὸ 1700 τὸ πεσκέσι γιὰ τὴν ἐξαγορὰ τοῦ πατριαρχικοῦ ἀξιώματος εἶχε φθάσει τὰ 60.000 τάλληρα! «Εἶναι θλιβερὸ (γράφει ὁ περιηγητὴς Πιτὸν ντὲ Τορνεφόρτ), νὰ βλέπῃ κανεὶς τὸν ἀρχηγὸ τῆς Ἐκκλησίας νὰ διορίζεται ἀπ ’τὸν σουλτάνο ἢ ἀπ’ τὸν Μεγάλο Βεζύρη, ἀπ’ τοὺς δυνάστες δηλαδὴ τοῦ λαοῦ καὶ τῆς χριστιανοσύνης. Ἀλλὰ τὸ πιὸ θλιβερὸ εἶναι, ὅτι οἱ Ρωμιοὶ δημιούργησαν αὐτὴν τὴν κατάσταση. Ἀρχικῶς οἱ Τοῦρκοι εἶχαν ἀξιώσει ἕνα ποσὸσ υμβολικὸ κατὰ τὴν ἀνάρρηση τοῦ νέου πατριάρχη γιὰ τὴν ἐπικύρωση τῆς ἐκλογῆς. Οἱ ὀρθόδοξοι ἱεράρχες ἔκαναν τὸ ἀξίωμα τοῦ πατριάρχη δημοπρασία, καὶ ἡ τιμὴ τοῦ θρόνου ἔφθασε σήμερα τὰ 60.000 τάλληρα. Ὁ ἕνας πατριάρχης ἐκδιώκει μὲ τὴν δωροδοκία τὸν ἄλλον.» Γιὰ τὴν χλιδὴ καὶ τὸν πλουτισμὸ τῶν κληρικῶν γράφει ὁ Βρεταννὸς περιηγητὴς
Γουίλυ Τζέλ, ἀρχαιολόγος καὶ τοπογράφος τὸ ἐπάγγελμα, στὴν εἰσαγωγὴ τοῦ ἔργου του «The Itinerary of Greece», λίγο πρὶν τὴν ἐπανάσταση τοῦ ’21: «Σήμερα ὁ ἑλληνικὸς λαὸς δουλεύει γιὰ τρεῖς μεγάλες μάστιγες, τοὺς παπᾶδες, τοὺς κοτζαμπάσηδες καὶ τοὺς Τούρκους.» Ἀπὸ τὴν ἐπίσκεψή του στὸν δεσπότη τῆς Δημητσάνας ἀναφέρει: «Τὰ βάσανα τῶν Ἑλλήνων κατὰ κύριο λόγο ὀφείλονται στὶς ἀσωτεῖες τοῦ δεσπότη, ποὺ φόρτωσε μὲ τόσα χρέη τὴν Ἐπισκοπή του, ὥστε, ἂν πεθάνῃ, δύσκολα θὰ βρεθῇ ἀγοραστής. Στὸ μεταξὺ γδέρνει μὲ χρηματικὰ χαράτσια τὸ ποίμνιόν του,γιὰ νὰ ἐξοικονομήσῃ τοὺς βαρύτατους τόκους, ποὺ χρωστάει στοὺς Τούρκους. Ὅσο γιὰ τὸ σπίτι ποὺ κατοικεῖ ,θυμίζει παλάτι αὐτοκράτορα» (σελ.104). Τὴν ἴδια ἐποχὴ ὁ Πὼλ Ρισάρ, πρόξενος τῆς Ἀγγλίας στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ συγγραφέας τῆς «Ἱστορίας τῆς Ὀθωμανικῆς Αὐτοκρατορίας», ἀναφέρει στὴν εἰσαγωγή του: «Εἶναι νὰ κλαίῃ κανεὶς βλέποντας αὐτὸν τὸν ἄλλοτε ἔνδοξο λαὸ νὰ στενάζῃ κάτω ἀπὸ τὴν ἐκμετάλλευση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ἱερωμένων της, ἡ ὁποία ξεριζώνει τὰσπλάχνα της καὶ τὰ ρίχνει βορὰ στοὺς γύπες ,στὰ κοράκια.» Ὁ Γερμανὸς περιηγητὴς Φρίσμαν γράφει γιὰ τὶς ἀσωτεῖες τοῦ δεσπότη τῆς Σάμου: «ὙποΛογίζεται πὼς τὸ ἐτήσιο εἰσόδημα τοῦ μητροπολίτη, ποὺ ἑδρεύει στὴν χώρα, ἀνέρχεται σὲ δύο χιλιάδες τάλληρα. Σ ’αὐτὸ πρέπει νὰ προστεθῇ ἕνα σημαντικὸ ποσό, ποὺ παίρνει ἀπ’ τὶς εὐλογίες τῶν ὑδάτων καὶ τῶν κοπαδιῶν, ποὺ γίνονται στὶς ἀρχὲς τοῦ Μάη. Ὅλα τὰ προϊόντα ἐκείνης τῆς ἡμέρας τοῦ ἁγιασμοῦ ἀνήκουν στὸν δεσπότη. Παίρνει ἐπίσης ὁ δεσπότης δύο ζωντανὰ ἀπὸ κάθε κοπάδι.» («Description Historique et Géograrhique» σελ.86.)
«ΙΕΡΑ» ΛΕΙΨΑΝΑ ΚΑΙ ΚΕΙΜΗΛΙΑ
Στὴν τουρκοκρατούμενη Ρωμιοσύνη «ἅγια λείψανα» καὶ «ἱερὰ κειμήλια», τὰ ἐφευρήματα αὐτὰ τῆς καλογερικῆς πανουργίας, περιφέρονταν ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριὸ ἢ ἐπιδεικνύονταν στὰ μοναστήρια μὲ σκοπὸ τὴν πλήρη ὑποταγὴ τοῦ ποιμνίου, τὴν ἐκμετάλλευση καὶ τὸν πλουτισμό. Ἡ μεσαιωνικὴ αὐτὴ τύφλωση κυριαρχεῖ ἀπόλυτα στὴν χώρα μας μέχρι καὶ σήμερα. Λίγα ἔτη πρὶν τὴν πτώση τῆς Πόλεως καὶ συγκεκριμένα τὸ 1395 ὁ Γάλλος περιηγητὴς Σινὸρ Ντανγκλοὺρ ἐπισκέφθηκε τὴν Ρόδο.
Στὸ ἔργο του «Le saint voyage de Jerusalem», Παρίσι 1878, σελ. 113-114, περιγράφει τὴν ἀπάτη τῶν «ἁγίων κειμηλίων»: «Μᾶς ἔδειξαν πρωτίστως ἕνα μπρούτζινο σταυρό, ποὺ κατασκευάστηκε ἀπὸ τὴν λεκάνη, ποὺ ἔπλυνε τὰ πόδια τῶν μαθητῶν του ὁ Χριστός. Μετὰ μᾶς ἔδειξαν τὸ χέρι τοῦ ἁγίου Βαρθολομαίου, ἕνα χρυσοΰφαντο σεντόνι, ποὺ ὕφανε μὲ τὰ χέρια της ἡ ἁγία Ἑλένη κι ἕνα ἀγκάθι ἀπὸ τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἰησοῦ ἐπαργυρωμένο. Μᾶς εἶπαν δὲ ὅτι αὐτὸ τὸ ἀγκάθι μπουμπουκιάζει μία φορὰ τὸν χρόνο, κάθε Μεγάλη Παρασκευή.» Τὸ 1403 ἐπισκέφθηκε τὴν Κωνσταντινούπολη ὁ ἀπεσταλμένος τοῦ Ἐρρίκου Γ΄ τῆς Καστίλλης.Οἱ Βυζαντινοί, γιὰ νὰ τιμήσουν τὸν Ἱσπανὸ πρεσβευτὴ ὠργάνωσαν ἐπίδειξη «ἱερῶν κειμηλίων», ποὺ ἀποτελοῦσαν τοὺς θησαυροὺς τῶν ναῶν τῆς Πόλεως. Γιὰ τὰ συγχωροχάρτια, τὴν κοκκαλολατρία καὶ τὰ «τυχερά» τῶν κληρικῶν ἐπὶ ΤουρΚοκρατίας ὁ Φρίσμαν ἀναφέρει:
«Ὁ ἀγᾶς ,ποὺ σφραγίζει τὰ συγχωροχάρτια, εἰσπράττει ἕνα τάλληρο ἀπὸ κάθε φορολογούμενο καὶ οἱ παπᾶδες, ποὺ ἀνακατεύονται σὲ ὅλα, ἀναλαμβάνουν τὴν διανομὴ τῶν χαρτιῶν καὶ εἰσπράττουν κι αὐτοὶ δέκα σολδία. Ἡ πιὸ ἀποδοτικὴ ὅμως πηγὴ πόρων καὶ ταυτόχρονα πανίσχυρο μέσον γιὰ τὴν διατήρηση τοῦ λαοῦ σὲ μία κατάσταση δουλείας, μέσῳ τῶν ἀπειλῶν καὶ τοῦ φόβου, εἶναι ὁ ἀφορισμὸς καὶ τ’ἁγιολείψανα»(σελ.87).
Ὁ Γάλλος Πουκεβὶλ στὸ «Voyage dans la Grèce»,σελ .407 ,βρισκόμενος στὴν Ἄρτα γράφει: «Ὅταν βρέθηκα στὴν Ἄρτα, φιλοξενούμενος φίλων, ξέσπασε μία φοβερὴ ἐπιδημία πανούκλας. Τότε ἔφθασαν στὴν πόλη μερικοὶ καλόγεροι ἀπὸ τὴν Θεσσαλία μὲ ἁγιολείψανα καὶ ἱερὰ κειμήλια. Ὁ ἕνας κατεῖχε τὴν γλῶσσα τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὁ ἄλλος τὸ ζωνάρι τῆς Παναγίας καὶ ἕνας τρίτος τὰ δόντια τοῦ Βελισάριου. Ἀλλὰ τὰ πολύτιμα αὐτὰ λείψανα δὲν μπόρεσαν γιὰ κανέναν λόγο ν’ἀναχαιτίσουν τὴν ἐπιδημία.»
Αὐτὰ τὰ ἀποσπασματικὰ ἱστορικὰ γεγονότα παραθέτουμε ὡς δεῖγμα πρὸς ὅλους ἐκείnους τοὺς ταγοὺς τῆς Ρωμιοσύνης ,πού, μέσῳ τῆς ψευτοπαιδείας ποὺ μᾶς παρέχουν προσπαθοῦν νὰ μᾶς πείσουν μὲ ἀνύπαρκτα γεγονότα (κρυφὰ σχολειά, ὅρκους σὲ λάβαρα καὶ σημαῖες,φτωχοὺς συνετοὺς καὶ ἡρωικοὺς ἱερεῖς, ποὺ ἔπεσαν πολεμῶντας καὶ ἄλλα τερατουργήματα) πὼς οἱ ἱερεῖς τῆς Ὀρθοδοξίας «φύλαγαν Θερμοπύλες», ἀλλὰ καὶ τὴν ἀρχαία πολιτιστική μας κληρονομιά, παρουσιάζοντας τοὺς κληρικοὺς ὡς στυλοβάτες τοῦ ἔθνους κατὰ τὰ δύσκολα χρόνια τῆς τουρκικῆς σκλαβιᾶς. Ἀντ’ αὐτῶν τοὺς θυμίζουμε ἐπιγραμματικὰ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ἀφορισμούς, τὶς κατάρες καὶ τὰ ἀναθέματα κατὰ τοῦ λαοῦ καὶ τῶν ἐπαναστατῶν τοῦ ’21, ἀλλὰ καὶ τὰ συγχωροχάρτια καὶ τὶς ἐξαγορὲς τῶν ἁμαρτημάτων, ποὺ εὐδοκίμησαν καθ’ ὅλα τὰ χρόνια τῆς Τουρκοκρατίας.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Οἱ στορικὲς ἀναφορὲς τῶν ξένων περιηγητῶν γιὰ τὴν μεσαιωνικὴ ἱστορία τοῦ διπλοσκλαβωμένου ἔθνους μας μαζὶ μὲ τὰ ἔργα τῶν Ἑλλήνων Διαφωτιστῶν θὰ μποροῦσαν νὰ ἀντικαταστήσουν τὰ ἱστορικὰ ψεύδη ,ποὺ διδάσκονται τὰ παιδιά μας σήμερα γιὰ τὸ δῆθεν ὑπερήφανο ,μεσαιωνικό ,χριστιανορωμαίικο ἔθνος μας . Ὁ Ἰουδαιοχριστιανισμὸς σὰν γάγγραινα κατέφαγε καὶ ἐξαφάνισε γιὰ 1700 περίπου ἔτη τὸ ἑλληνικὸ ἔθνος καὶ τὸν πολιτισμό του καὶ ἐν συνεχείᾳ τὴν ἴδια τὴν Ἀνατολικὴ Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία (Βυζάντιο) ποὺ τὸν ἀνέδειξε ,προδίδοντάς την στοὺς Τούρκους. Σήμερα ἡ Ἐκκλησία συνεχίζει ἀκάθεκτη τὸ καταστροφικό της ἔργο ὑποβαθμίζοντας οἰκονομικὰ καὶ πνευματικὰ τὸν λαό, γι’ αὐτὸ καὶ ὁ χωρισμός της ἀπὸ τὸ κράτος εἶναι ἄμεσα ἀναγκαῖος. Ἡ δὲ κακοποιημένη ἱστορία μας θὰ πρέπει ν’ἀναθεωρηθῇ ἀπὸ τοὺς ἱστορικοὺς τῆς ἀναγεννημένης Ἑλλάδος τοῦ μέλλοντος. Ἂν αὐτὸ δὲν ἐπιτευχθῇ ὁ λαός, ποὺ φέρει (χωρὶς νὰ τὸ ἀποδεικνύῃ) σήμερα τὸ ὄνομα Ἕλληνες, θὰ ἐξαφανισθῇ σταδιακὰ μέσα στὴν ἀμάθεια , τὴν δεισιδαιμονία καὶ τὴν παρακμή.
0 αναγνώστες άφησαν σχόλιο:
Δημοσίευση σχολίου